![]() |
Έφυγε στα 92 του (αν κι αυτό το αμφισβητούν ήδη) ο σημαντικότερος φωτορεπόρτερ της Θεσσαλονίκης. Ο Γιάννης Κυριακίδης (για τους στενούς φίλους του η Αρκούδα) είναι ο άνθρωπος που κατέγραψε όλη τη σύγχρονη ιστορία της Θεσσαλονίκης μέσα από το φωτογραφικό φακό του.
Ακούραστος εργάτης του φωτορεπορτάζ, εμβληματική προσωπικότητα με αστείρευτο χιούμορ, αθυρόστομος, φωνακλάς και σαματατζής ήταν ικανός να αναστήσει και νεκρούς για να βγάλει ένα θέμα. Πάντως, χωρίς φωτογραφία από ρεπορτάζ δεν γύριζε.
Ακριβώς γι' αυτή την επαγγελματική ευσυνειδησία και την επιμονή του αποτέλεσε τον σημαντικότερο δάσκαλο για όλους τους εν ζωή φωτορεπόρτερ και όλους τους δημοσιογράφους που δούλεψαν μαζί του. Και μιλάμε για γενιές δημοσιογράφων...
Σε ένα κείμενο η ζωή ενός ανθρώπου που αποτελεί κομμάτι της ιστορίας της πόλης δεν μπορεί να χωρέσει. Και είναι βέβαιο πως οι δικοί του άνθρωποι δεν έχουν καμιά διάθεση για επικήδειους. Άλλωστε, ο Γιάννης Κυριακίδης είναι εδώ και χρόνια σύμβολο της Θεσσαλονίκης.
Οι στενοί φίλοι του θα συνεχίσουν να διηγούνται τις πλάκες που του έκαναν επί δεκαετίες και πολλές από τις οποίες περνούν από γενιά σε γενιά σ' αυτό το όχι και τόσο συμπαθές στον κόσμο δημοσιογραφικό σινάφι. Δημοσθένης Δούδος, Κλέαρχος Τσαουσίδης, Σταύρος Τζίμας, Νώντας Όχουνος είναι από τους πιο στενούς φίλους της «Αρκούδας».
Ο Σταύρος Τζίμας μίλησε συνοπτικά για την παρακαταθήκη του Γιάννη Κυριακίδη στη Θεσσαλονίκη, πέρα φυσικά από την αποτύπωση της ιστορίας της πόλης για περίπου επτά δεκαετίες:
«Ο θάνατος του Γιάννη Κυριακίδη σηματοδοτεί το τέλος μιας εποχής για τη δημοσιογραφία στην πόλη. Αξεπέραστος στο φωτορεπορτάζ διαχρονικά. Ήταν δεινός φωτορεπόρτερ. Δεν υπήρξε θέμα για τον Κυριακίδη που δεν μπορούσε να βγει. Δεν ήταν ο καλλιτέχνης φωτογράφος ήταν ο ορισμός, ο δάσκαλος του φωτορεπορτάζ όμως. Όχι ότι δεν έκανε πολλές καλλιτεχνικές φωτογραφίες. Εκείνο όμως για το οποίο όλοι θα τον θυμούνται είναι το φωτορεπορτάζ.
Του χρωστάμε όλοι οι δημοσιογράφοι το γεγονός ότι μας εμφύσησε την αρχή πως δεν υπάρχει ρεπορτάζ που να μη βγαίνει. Αυτή ήταν η μεγάλη επιτυχία του και γι' αυτή θα μείνει στην ιστορία. Και ακόμη ένα σημείο ήταν η αγάπη του στη Θεσσαλονίκη. Μια πόλη που δεν την άφησε, δεν την εγκατέλειψε ποτέ, σκεπτόμενος την επαγγελματική του ανέλιξη, που σαφώς θα ήταν στην Αθήνα».
Άρχισε την καριέρα του το 1939 φωτογραφίζοντας ιππικούς αγώνες στο Καραμπουρνάκι, στο στρατόπεδο Κόδρα και στο φωτορεπορτάζ μπήκε μέσω του αθλητικού τμήματος της εφημερίδας «Μακεδονία». Έκτοτε γύρισε όλο τον κόσμο με μια φωτογραφική μηχανή να κρέμεται στο στήθος του, με το μυαλό στη σκηνοθεσία του πλάνου και στη ζωντανή φωτογραφία που θα αποτυπώσει ένα θέμα σε όλο του το μέγεθος, πάντα με την ανθρώπινη παρουσία σε πρώτο πλάνο. Όπως ακριβώς τη ζητούσαν οι κατά καιρούς διευθυντές του στις εφημερίδες.
Η σκάλα του και το φωτογραφικό γιλέκο θα μείνουν σήμα κατατεθέν. Κάλυψε πολεμικά γεγονότα, τέσσερις Ολυμπιάδες και το σύνολο των πολιτικών και κοινωνικών γεγονότων στην αγαπημένη του Θεσσαλονίκη και αναδείχτηκε στον κορυφαίο διαχρονικά φωτορεπόρτερ διεθνώς.
Ο τελευταίος θρύλος της Θεσσαλονίκης.

