Βαρύς ο πέλεκυς της εισαγγελικής πρότασης για την εγκληματική οργάνωση που οργάνωσε, μετέφερε, αποθήκευσε 2,1 τόνους καθαρής ηρωίνης με σκοπό τη διακίνησή της στην Ελλάδα και στην Ευρώπη και κίνητρο οικονομικό όφελος που θα ξεπερνούσε τα 400 εκατ. ευρώ.
Για τους έξι Ελληνες πρωταγωνιστές, εφοπλιστές και επιχειρηματίες, η εισαγγελέας Μαρία Τρουπή συντάχθηκε με το παραπεμπτικό βούλευμα, αποδίδοντας ενοχή για συγκρότηση και διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης σε βάθος χρόνου, με ιεραρχική δομή και κατανομή ρόλων στους: Α. Κοτσώνη, Μ. Γιαννουσάκη, Γ. Μπουρδούβαλη, Π. Φάρο, Β. Κουρούβανη και Π. Καλαφάτη.
«Οι βασικοί οργανωτές της επιχείρησης μεταφοράς, εισαγωγής, αποθήκευσης και κατοχής του φορτίου των 2,1 τόνων είχαν πλήρη εποπτεία σε όλη τη διάρκεια τέλεσης των πράξεων», είπε η εισαγγελέας, αποδίδοντάς τους ενοχή για κάθε σκέλος της όλης επιχείρησης από κοινού, κατ’ επάγγελμα και κατ’ εξακολούθηση.
Δικαιολόγησε την κατ’ επάγγελμα κατηγορία λόγω της δημιουργηθείσης υποδομής (πλοίο, πλήρωμα, φύλακες), της παραπλάνησης των διωκτικών αρχών, της χρήσης μεταφορικών μέσων και τεχνασμάτων για την απόκρυψη του φορτίου.
Η εισαγγελέας αναφέρθηκε στον ξεχωριστό ρόλο καθενός από τους έξι κατηγορούμενους, στον αποθανόντα στις φυλακές Κορυδαλλού Τούρκο Σ. Μπασκάλ, στον εξαφανισμένο (δολοφονημένο) Ιρανό Α. Σαχίντ αλλά και σε άγνωστα πρόσωπα εκτός κατηγορητηρίου.
Οι Ινδοί βοήθησαν...
Για τους Ινδούς, μέλη του πληρώματος, η εισαγγελέας πρότεινε την ενοχή τους για την ένταξη μόνο (και όχι τη διεύθυνση) στην εγκληματική οργάνωση, διότι με τη δική τους βοήθεια μεταφορτώθηκε η ηρωίνη σε χώρο που μόνο εκείνοι γνώριζαν στο πλοίο, ενώ οι ίδιοι βοήθησαν στην εκφόρτωση του φορτίου στην Ελλάδα.Πρότεινε ακόμα την ενοχή και τριών Τούρκων μεσολαβητών για την προμήθεια, κατοχή και διακίνηση του φορτίου, ωστόσο τους έκρινε αθώους για το αδίκημα της διαμετακόμισης (δεν ήταν επάνω στο πλοίο).
Για τον Σ. Λάγιο, στενό συνεργάτη του εφοπλιστή Γιαννουσάκη, πρότεινε ενοχή ως προς την ένταξη, απλή συνέργεια στην εισαγωγή, ενοχή για τη μεταφορά εντός Ελλάδας, για αποθήκευση και για κατοχή από κοινού.
Για τον Ιρανό Μπονιάντ, «φύλακα» του πανάκριβου φορτίου, πρότεινε επίσης την ενοχή του για όλα τα αδικήματα πλην εκείνου της διεύθυνσης.
Ενοχή για συμμετοχή στην εγκληματική οργάνωση πρότεινε και για τον μεταφορέα Καρτσώνη, ιδιοκτήτη της αποθήκης στο Κορωπί, όπου αρχικά τοποθετήθηκε μέρος της ηρωίνης.
Τέλος, για τον φυγόδικο Σαδίκ Κοτσάογλου πρότεινε επίσης ενοχή, διότι με το όχημά του (προσφορά νταλίκας για μεταφορά του φορτίου στην Ευρώπη) διευκόλυνε τη δράση της οργάνωσης.
Κανένα στοιχείο
«Τα απλά μέλη της οργάνωσης υποτάχτηκαν στη βούληση των ιδρυτών χωρίς να συμμετέχουν στον συντονισμό, ενώ ο καθένας, ιδρυτής ή μέλος, είχε διακριτό ρόλο, συγκλίνουσα και απαραίτητη δράση» ανέφερε η εισαγγελέας.Στη συνέχεια πρότεινε την αθώωση της οικογένειας της πρώην συζύγου του Μ. Γιαννουσάκη και της οικιακής βοηθού της, που διέμεναν στη βίλα στη Φιλοθέη, διότι δεν προέκυψε κανένα στοιχείο εμπλοκής ή γνώσης για το φορτίο που αποθηκεύτηκε στην αποθήκη του γκαράζ.
Αθώωση πρότεινε και για την Κ. Αλεξανδρή, σύζυγο του πλοιοκτήτη, δεδομένου ότι εκτελούσε τις εντολές του συζύγου της χωρίς προσωπική πρωτοβουλία.
Τέλος, αθώο έκρινε η εισαγγελέας τον Τούρκο Γιλμάζ Εχρέμ, που έφτασε στην Ελλάδα από το Βέλγιο, για να οδηγήσει μια νταλίκα στην Ευρώπη, έχοντας προσληφθεί γι’ αυτό από τον καταζητούμενο Κοτσάογλου.
Μάλιστα η εισαγγελέας τόνισε ότι ο συγκεκριμένος έψαχνε να βρει το πάρκινγκ, όπου θα ήταν η νταλίκα και αφού δεν το βρήκε ζήτησε τη βοήθεια της αστυνομίας (!), ενώ μάλιστα είχε ήδη γίνει γνωστή η υπόθεση.
Μόλις τελείωσε η εισαγγελέας την πρότασή της, συγγενής κατηγορουμένου πετάχτηκε φωνάζοντας ότι «αυτό που κάνεις θα πληρωθεί».
Αμέσως η εισαγγελέας ζήτησε να καταγραφεί η απειλή στα πρακτικά, ενώ είχε δημιουργηθεί ένταση στο ακροατήριο.
Δίκτυο επικοινωνίας
Σύμφωνα με τη Μ. Τρουπή, οι έξι κατηγορούμενοι διατηρούσαν δίκτυο επικοινωνίας μεταξύ τους σε όλη τη διάρκεια του πλου του« Noor One» από το Ατζμάν στην Ελευσίνα.«Ο καθένας βέβαια το δικαιολογεί με διάφορες δικαιολογίες, αλλά η αλήθεια είναι ότι όλα γίνονταν για τη μεταφορά της ηρωίνης» είπε η ίδια, εξηγώντας αναλυτικά πώς κανονίστηκαν όλα τα έξοδα του «Νoor» μέχρι να φτάσει στην Ελλάδα.
Ακρώς επιβαρυντική ήταν η εισαγγελέας για τον Αιμίλιο Κοτσώνη (αλλά και για τους υπόλοιπους πέντε Ελληνες πρωταγωνιστές), ο οποίος «όντας συνεργάτης και καθοδηγητής του ιδιοκτήτη του πλοίου Π. Καλαφάτη, ποτέ μα ποτέ δεν απομακρύνθηκε από τη διαχείριση του πλοίου».
Στάθηκε ιδιαίτερα στην εταιρεία του, την Arab Waves, η οποία «δημιουργήθηκε στα πλαίσια της εγκληματικής οργάνωσης, με στόχο να ενεργοποιηθεί τραπεζικός λογαριασμός για να μεταφερθεί εκεί το τίμημα της αγοραπωλησίας των ναρκωτικών».
Υπογράμμισε πως τα χρήματα θα μεταβιβάζονταν στον λογαριασμό μόνο μετά την ασφαλή άφιξη των ναρκωτικών στην Ελλάδα, καθώς, όπως είπε, «είναι σαφές πως η θαλάσσια μεταφορά των ναρκωτικών εγκυμονούσε κινδύνους».
Η εισαγγελέας χαρακτήρισε τον Α. Κοτσώνη ως τον άνθρωπο που βρισκόταν πίσω από κάθε επιχειρηματική κίνηση για το «Noor One», ενώ έκανε λόγο για προσεγμένη προετοιμασία της όλης επιχείρησης με αφετηρία (τουλάχιστον) τον Σεπτέμβριο του 2013 και οργανωμένη δράση σε συνεννόηση των έξι Ελλήνων πρωταγωνιστών.
Το σκεπτικό
Καθοριστικό ρόλο στο σκεπτικό της εισαγγελέως διαδραμάτισε η απόπειρα να παρουσιαστεί από τους κατηγορούμενους μια νομιμοφανής ναύλωση (και στη συνέχεια υποναύλωση) του «Noor Οne», το οποίο δήθεν, όπως είπε, θα χρησιμοποιούνταν για να μεταφέρει πετρέλαια από τη Λιβύη.«Δημιούργησαν όλοι μαζί συνειδητά ένα προκάλυμμα νομιμότητας και αυτό ήταν το δήθεν ταξίδι στη Λιβύη. Η συγκεκριμένη δουλειά δεν έχει κανένα έρεισμα για πολλούς λόγους: το πλοίο ήταν υπερήλικο, δεν είχαν γίνει οι απαραίτητες επισκευές, ούτε ο δεξαμενισμός του, δεν είχε γίνει επί δύο χρόνια καμία συντήρηση, δεν λειτουργούσε καμία από τις εξωτερικές βάνες, όλες οι δεξαμενές ήταν σκουριασμένες, ενώ οι πιθανές επισκευές ύψους 300-400 χιλιάδων ευρώ έκαναν το πλοίο παντελώς ασύμφορο» τεκμηρίωσε με πειστικό τρόπο η εισαγγελέας, που δήλωσε απόλυτα πεπεισμένη πως οι έξι Ελληνες γνώριζαν πολύ καλά την κατάσταση του «Noor».
Πρόσθεσε δε πως η δουλειά στη Λιβύη δεν μπορούσε να γίνει, καθώς το «Νoor» διέθετε χώρο μόλις για 600 τόνους (πετρελαίου), ενώ μια προσφορά που επικαλέστηκαν κατηγορούμενοι στο δικαστήριο μιλούσε για 2.500 τόνους, άρα θα χρειάζονταν 4 ταξίδια, κάτι εξίσου ασύμφορο.
Στην αρχή της πρότασής της η εισαγγελέας, ακούγοντας τα σχόλια των συνηγόρων του Α. Κοτσώνη, επισήμανε σε έντονο ύφος πως ο «κ. Μιχαλόλιας παρακαλεί να μην εισακουστεί η πρότασή μου, πριν καν τη διατυπώσω».
Η δίκη συνεχίζεται την Παρασκευή με τις αγορεύσεις των συνηγόρων.
Στη σκιά ενός θανάτου ακόμη
Η χθεσινή μέρα επισκιάστηκε από την είδηση του απρόσμενου θανάτου, την Παρασκευή, του 32χρονου Ινδού κατηγορούμενου.Συγκλονισμένοι, οι υπόλοιποι εννιά συγκατηγορούμενοί του δήλωσαν πως ο συμπατριώτης τους έχασε εντελώς άδικα τη ζωή του ενώ ζητούσαν -μάταια- επί ώρες γιατρό στο Α.Τ. Δραπετσώνας.
Ανέφεραν πως «ο άνθρωπος χάθηκε από τη μεγάλη του στενοχώρια».
Για εγκληματική ολιγωρία των αστυνομικών και καθυστερημένη άφιξη των νοσηλευτών του ΕΚΑΒ, οι οποίοι κλήθηκαν στις 16.30 και έφτασαν μετά τις 20.00 το βράδυ στο αστυνομικό τμήμα, έκανε λόγο ο συνήγορος υπεράσπισης των Ινδών μελών του πληρώματος.
Οπως έγινε γνωστό, προκαταρκτική ανάκριση για τις αιτίες του θανάτου διέταξε η Εισαγγελία Πειραιά.