ΑΠΕΡΓΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ ΜΑΣ!

ΑΠΕΡΓΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ ΜΑΣ!

To PEIRATIKO REPORTAZ ΠΑΝΤΑ ΚΟΝΤΑ ΣΑΣ!

Παρασκευή 28 Αυγούστου 2015

ΛΙΜΕΝΙΚΑ ΝΕΑ/ΠΕΑΛΣ/ΑΡΘΡΟ ΚΕΝΤΡΙΚΟΥ ΛΙΜΕΝΑΡΧΗ ΠΑΤΡΑΣ ΠΛΟΙΑΡΧΟΥ ΛΣ ΚΟΡΟΤΖΗ Τρύφωνα...

ΚPATOΣ - ΓPAΦEIOKPATIA - EΘNIKH AΣΦAΛEIA 

www.limenika-nea.blogspot.gr- αναδημοσίευση

Αποτέλεσμα εικόνας για πεαλσ

Εισαγωγή

Από τις πλέον σημαντικές διαστάσεις που καθορίζουν σε υψηλό επίπεδο την λειτουργία των κοινωνιών και ευρύτερα του κράτους είναι η σχέση πολιτικής και γραφειοκρατίας. Το Κράτος και η γραφειοκρατία που στελεχώνει τις Υπηρεσίες του, προκειμένου το πρώτο να λειτουργεί όχι μόνο ομαλά αλλά και όσο το δυνατόν περισσότερο εποικοδομητικά για τους πολίτες, συντελούν στη διαμόρφωση της πολιτικής Εθνικής Ασφάλειας, υπό τις οδηγίες και τον έλεγχο της λαϊκής κυριαρχίας, πως αυτή εκφράζεται μέσω των εκλογών με την επιλογή των πολιτικών ηγεσιών. Σημαντικό μέρος υλοποίησης της πολιτικής Εθνικής Ασφάλειας ανατίθεται στις Ένοπλες Δυνάμεις κάθε χώρας.
Στην παρούσα συνοπτική μελέτη, θα αναλυθούν οι εν θέματι αναφερόμενες έννοιες

ενώ θα πραγματοποιηθεί και συνοπτική αναφορά στον πολιτικό έλεγχο των Ενοπλων

Δυνάμεων.


Κράτος


Το κράτος αποτελεί το κεντρικό χώρο ανάπτυξης, εξασφάλισης και συμβολής στην αναπαραγωγή και των άλλων κοινωνικών σχέσεων εξουσίας, από τις οποίες συχνά επικαθορίζεται, ή βρίσκεται ακόμα και σε εξάρτηση από αυτές. Σε κάθε βαθμίδα ιστορικής του ανάπτυξης, δεν αντιπροσωπεύει μόνο την καταστολή, αλλά και τη δημιουργία ή παραγωγή, τουλάχιστον για την κυρίαρχη κοινωνική ομάδα.2

Οι ορισμοί για τον αποφασιστικό αυτό θεσμό της σύγχρονης κοινωνίας μπορούν να τοποθετηθούν σε τέσσερις κατηγορίες:

Α) η πρώτη ορίζει το κράτος με βάση τη λειτουργία του στο πλαίσιο ενος συστήματος κοινωνικών σχέσεων. Είναι η πιο διαδεδομένη ομάδα στη μη συντηρητική βιβλιογραφία. Οι ορισμοί που ανήκουν σε αυτήν περιορίζονται σε τρεις λειτουργίες: καταπίεση, καταστολή και οργανωτή του συστήματος.

Β) η δεύτερη συμπεριλαμβάνει λες τις περιπτώσεις που ορίζουν το κράτος στη βάση της σχέσης που αυτό έχει με την κοινωνία, και χι έχοντας σαν αφετηρία τις λειτουργίες του κράτους. Η ομάδα αυτή έχει πολλά κοινά στοιχεία με την τρίτη αφού αναφέρεται στη σχέση του κράτους με το κυρίαρχο τμήμα της κοινωνίας και το ρόλο που αυτό παίζει.

Γ) η τρίτη κατηγορία είναι ανάλογη με τη (Β), με τη μ νη διαφορά τι το σημείο αναφοράς της δεν είναι η κοινωνία, αλλά μία τάξη ή κοινωνική ομάδα – ως επί το πλείστον – η κυρίαρχη τάξη

Δ) η τέταρτη κατηγορία συνοψίζεται στους ορισμούς που διακρίνουν, σαν πιο ουσιαστικο στοιχείο τη διαδικασία οργάνωσης και κίνησης της κρατικής υποστασης και δραστηριοτητας, και τέλος Κατά τον Νίκο Κοτζιά « το κράτος είναι ένα ειδικό σύνολο θεσμών, μηχανισμών και δραστηριοτήτων, μία ολοτητα που μορφοποιεί τον ιδιόμορφο διπλασιασμό της κοινωνίας σε δημόσια σφαίρα και στην κοινωνία. Αποτελεί το κύριο μέσο κυριαρχίας και διευθυνομενης αναπαραγωγής των αντιθέσεων της κοινωνίας, ή αλλιώς των σχέσεων σαν τη γενική βούληση της κοινωνίας και επιδιώκει να υλοποιεί τις γενικές ανάγκες με τροπο που να εξυπηρετεί την κυρίαρχη κοινωνική μερίδα. Αποτελεί το μοχλο μετατροπής της οικονομικής κυριαρχίας σε πολιτική.Υλοποιεί την πολιτική εξουσία μέσω ειδικών μηχανισμών, οι οποίοι αποτελούν όργανα της κοινωνικής ομάδας που ηγεμονεύει, της οποίας εξασφαλίζει την ενότητα και τις συμμαχίες.

Το κράτος, είναι με άλλα λογια, ο ειδικος θεσμος που προκύπτει απ τον διπλασιασμο της κοινωνίας σε κράτος και κοινωνία και μετατρέπει την κυριαρχία μιας τάξης (ή κοινωνικής συμμαχίας) σε γενική βούληση, τη νομιμοποιεί και συμβάλλει στην εξασφάλιση της συγκατάθεσης της σε αυτή, χάρη στους μηχανισμούς που διαθέτει και τις λειτουργίες που επιτελεί».

Το κράτος αποτελείται απο θεσμούς και μηχανισμούς που έχουν συγκεκριμένες λειτουργίες και κινούνται απο το δημοσιοϋπαλληλικο προσωπικο . Ο τροπος συνάρθρωσης και οι μεταξύ τους σχέσεις αποτελούν το καθοριστικο στοιχείο της εσωτερικής δομής του κράτους. Η δομή του κράτους αναλύεται σε τρία επίπεδα.Το πρώτο επίπεδο είναι η οριζοντια διάρθρωση του. Αναφερομαστε στις δομές του κεντρικού κρατικού μηχανισμού, στους θεσμούς και μηχανισμούς στο κεντρικο επίπεδο, επίπεδο που συχνά εννοείται σαν κράτος.Το δεύτερο είναι η διοικητική αποκέντρωση, οι δομές του κράτους μέσα στο γεωγραφικο χώρο (π.χ. περιφερειάρχες, νομάρχες, τοπική αυτοδιοίκηση κ.λπ).

Ένας τρίτος τροπος ανάλυσης της διάρθρωσης του κράτους είναι ο εντοπισμος της εσωτερικής διοικητικής διάρθρωσης των μηχανισμών και θεσμών του.

Η δομή του κράτους αποτελείται απ όργανα που εξασφαλίζουν τη λειτουργία και

παρουσία του μέσα στην κοινωνία, καθώς και τα διάφορα κέντρα λήψης αποφάσεων

στα οποία οι συμμετέχοντες, εκπληρώνουν διάφορες κρατικές λειτουργίες. Στην κορυ-

φή της δομής του κράτους βρίσκονται τα όργανα της εποπτείας, διεύθυνσης, ελέγχου και

νομοθέτησης του προσανατολισμού του και εκτέλεσης των αντίστοιχων αποφάσεων

(Πρόεδρος της χώρας, της Κυβέρνησης,, το Υπουργικό Συμβούλιο, αλλά κυβερνητικά

σχήματα κ.λπ). Σπουδαίες διαρθρώσεις του κράτους αποτελούν οι γραφειοκρατικοί μη-

χανισμοί που οργανώνονται και διευθύνονται απ τα υπουργεία. Δίπλα στην πολιτικο-

γραφειοκρατική διάρθρωση, μεγάλο ρόλο στην εκπλήρωση των καθηκόντων του, παί-

ζουν η δικαιοσύνη, και οι οικονομικοί του μηχανισμοί .

Σε φυσιολογικές συνθήκες, τον κύριο λόγο στη διεύθυνση του κράτους τον έχει η κυ-

βέρνηση που προέρχεται απο τη Βουλή η οποία έχει εκλεγεί απο το λαο . Υπάρχουν όμως

και περιπτώσεις που η κυβέρνηση διαμορφώνεται κατόπιν στρατιωτικών πραξικοπη-

μάτων απο αποφάσεις εξωκοινοβουλευτικών μηχανισμών, πως στρατος, μυστικές υ-

πηρεσίες κ.ά..

Η κυβέρνηση διευθύνει τους μηχανισμούς του κράτους σταθερά αλλά η διεύθυνση

της δεν έχει την ίδια ουσιαστική αξία και δυνατότητες. Εξαρτάται απ την παρουσία

δύο τάσεων στο εσωτερικό του αστικού κράτους: η μία τάση είναι να μετατίθεται η πραγ

ματική δύναμη και το ουσιαστικό κέντρο λήψης απόφασης απ το αρμόδιο κατά το νό -

μο όργανο, στο εκτελεστικό του, στο εσωτερικό του, σε θεσμούς και όργανα που είναι λι-

γοτερο ορατά, υπόκεινται δηλαδή λιγότερο στον άμεσο έλεγχο της κοινής γνώμης και

που δεν αναδεικνύονται άμεσα, απ απευθείας εκλογική διαδικασία. Η δεύτερη τάση εί-

ναι η μετακίνηση από εκλεγμένους δημόσια διαφανείς μηχανισμούς σε θεσμούς που εί-

ναι όσο το δυνατό λιγότερο προσιτοί από τους κυριαρχούμενους, που δεν γνωρίζουν

διαταραχές εξαιτίας των αλλαγών στον συσχετισμό δυνάμεων, ή και γιατί αυτή η μετα-

κίνηση δίνει μεγαλύτερη νομιμ τητα και υποθετική αντικειμενικότητα σε ενέργειες που

έχουν συνήθως χαρακτήρα καταναγκασμού.

Η διεύθυνση του κράτους υλοποιεί τις αποφάσεις μέσω των κρατικών μηχανισμών,

παρακάμπτοντας τα αντιπροσωπευτικά σώματα. Έτσι η γραφειοκρατία αποκτά δικαί-

ωμα να ασκεί καθήκοντα που υποκαθιστούν το ρόλο των αιρετών σωμάτων.

Η λειτουργία του κράτους είναι πολιτική, αφού το κράτος είναι ο πολιτικός θεσμός

της κοινωνίας, ο θεσμός μέσω του οποίου η οικονομική δύναμη μίας κοινωνίας μετασχη-

ματίζεται σε πολιτική κυριαρχία. Με την πολιτική του λειτουργία και τους βασικούς κα-

τασταλτικούς μηχανισμούς που αυτή συμπεριλαμβάνει, το κράτος το κράτος υλοποιεί

την κυριαρχία και προσαρμοζει την κυρίαρχη κουλτούρα στις ανάγκες του παραγωγι-

κού μηχανισμού. Σύμφωνα με τον Βέμπερ το κράτος είναι φορέας του μονοπωλίου ορ-

γανωμένης βίας στις υπάρχουσες πολιτικές σχέσεις. Η πολιτική λειτουργία είναι η διείσ-

δυση μηχανισμών, προσωπικού, εξουσιαστικών μεθόδων του κράτους στις κοινωνικές

σχέσεις. Σημαντικό ρόλο στην κυριαρχία της άρχουσας τάξης διαδραματίζουν οι κατα-

σταλτικοί μηχανισμοί. Ο έλεγχος τους απ την εκάστοτε κυβέρνηση είναι σημαντικός

στην επιβολή της εξουσίας της.

Γραφειοκρατία


γραφειοκρατία 4συνιστά έναν τύπο οργάνωσης που επικράτησε στη νεότερη επο-

χή, διαμόρφωσε έναν γενικό οργανωτικό και διοικητικό «κανόνα», που εξέφρασε

αλλά και επηρέασε σε μεγάλο βαθμό τις αντίστοιχες κοινωνικές συμπεριφορές σε όλους

σχεδόν τους τομείς της κοινωνικής δράσης στην πολιτική, στην οικονομική και την πολι-

τισμική σφαίρα. Ο οργανωτικός «κανόνας» της γραφειοκρατίας παρουσιάζει τα ακό -

λουθα γενικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα:

• Ένα τυπικά διαρθρωμένο σύστημα κοινωνικής συμπεριφοράς στη δημόσια ή στην ε-

πιχειρηματική σφαίρα, στο πλαίσιο λειτουργίας του οποίου προσδιορίζονται με τρό

πο σαφή και δεσμευτικό δράσεις και αρμοδιότητες για την επίτευξη συγκεκριμένων

σκοπών

• Σε ένα τέτοιο είδος κοινωνικής οργάνωσης απαντά μία σειρά ή ακολουθία αξιωμά-

των που είναι διατεταγμένα με τρόπο ιεραρχικό και διέπονται απ ένα πλέγμα επα-

κριβών και δεσμευτικών κανόνων και διατάξεων

• Η εξουσία και η δυνατότητα ελέγχου σε αυτό το σύστημα οργάνωσης απορρέει από

τα αξιώματα και τις θέσεις εργασίας (τα «γραφεία») και δεν ανήκει στα φυσικά πρό -

σωπα στελέχη ή υπαλλήλους που τα φέρουν ή τα καταλαμβάνουν για ορισμένο χρό -

νο.Τα πρόσωπα ασκούν τις αρμοδιότητες τους στο πλαίσιο των τυπικών τους ρόλων,

το περιεχόμενο και η φύση των οποίων προσδιορίζεται κατά κύριο λόγο απ την ορ-

γάνωση, δηλαδή τους καν νες και το σύστημα εξουσίας που ισχύει σε αυτήν.

• Η δράση των προσώπων που φέρουν αντίστοιχους τυπικούς ρόλους στο πλαίσιο λει-

τουργίας της γραφειοκρατικής οργάνωσης διέπεται και χαρακτηρίζεται από τυπικ -

τητα και διαδικασίες που οριοθετούν με σχετική ακρίβεια τη συμπεριφορά και τη


δράση τους στην οργάνωση. Έτσι, αποφεύγεται ή περιορίζεται η ανεξέλεγκτη ή αυ-

θαίρετη ενέργεια και ενισχύεται η βεβαιότητα, η αντικειμενικότητα και η προβλεψι-

μότητα στη συνολική λειτουργία της οργάνωσης. Και αυτό ανεξάρτητα από συμπά-

θειες, αντιπάθειες, εύνοια ή προκατάληψη.

• Αυτή η οργάνωση διαρκεί συνήθως για πολύ, στηρίζεται στην τεχνική της υπεροχή

έναντι άλλων προ-γραφειοκρατικών τύπων οργάνωσης και επιτυγχάνει με σταθερό -

τητα και αξιοπιστία τα αποτελέσματα της.

Η γραφειοκρατία αποτελεί ειδική μορφή οργάνωσης, η οποία αντιστοιχεί στη νομική

– ορθολογική μέθοδο νομιμοποίησης και παράγεται απ την εκκοσμίκευση της κοινωνι-

κής ζωής και τον εκβιομηχανισμό της παραγωγικής διαδικασίας. Η γραφειοκρατία, πως

αναπτύχθηκε στη βεμπεριανή ανάλυση, συνιστά τη γνησιότερη μορφή συγκεκριμενοποί-

ησης και ενάσκησης της νομικής εξουσίας. Η γραφειοκρατία προσφέρεται ως μηχανισμός

εξουσίας και αποτελεί την πλέον αποτελεσματική μέθοδο ενάσκησης ελέγχου.

Συνιστά έναν μηχανισμό ακριβείας, ο οποίος προσφέρεται για πολλές και πολλαπλές

χρήσεις και ειδικότερα για την αποτελεσματική εκτέλεση και εφαρμογή επιλογών ή ου-

σιαστικών αποφάσεων που προσδιορίζονται στο επίπεδο της πολιτικής διαδικασίας.

Σύμφωνα με μία από τις κλασσικές περιγραφές του φαινομένου, η γραφειοκρατία

δεν είναι παρά το σύστημα οργάνωσης και διοίκησης από ορισμένη κατηγορία ή τάξη α-

ξιωματούχων, την «υπαλληλοκρατία» και τους «γραφειοκράτες», οι οποίοι διαθέτουν

και την αναγκαία ισχύ, τις τεχνικές γνώσεις και τις δυνατότητες. Το σύστημα αυτό δια-

κυβέρνησης οριοθετεί τον πολιτικό αντίποδα της δημοκρατίας, με την έννοια τι η διοί-

κηση των γραφειοκρατών δεν υπόκειται σε εξωτερικές μορφές ελέγχου και αξιολόγησης

από την πολιτική διαδικασία (κόμματα, κοινοβούλιο, πολιτική ηγεσία), τις ομάδες πίε-

σης και τα δικαστήρια. Στην ακραία του μορφή το σύστημα αυτό οδηγεί στην αποφασι-

στική συγκέντρωση της δύναμης και εξουσίας σε γραφειοκρατικές οργανώσεις (διοικη-

τικού, επιχειρηματικού ή και στρατιωτικού τύπου) και τη μεγιστοποίηση της οργανωτι-

κής τους αυτονομίας με ανάλογη συρρίκνωση των μορφών, μεθόδων και δυνατοτήτων

εξωτερικού ελέγχου και παρέμβασης.

Η σχέση γραφειοκρατίας με την πολιτική, εξαιτίας της δυνατότητας συσσώρευσης ε-

ξειδικευμένης γνώσης και τεχνικής στους κόλπους της γραφειοκρατίας, κατέχει μία θέση

στρατηγικού πλεονεκτήματος στη διαδικασία διαμόρφωσης πολιτικών ή και κοινωνικών

επιλογών, π.χ. στη συγκεκριμένη εφαρμογή, αλλά και στην προετοιμασία προγραμμάτων

δημόσιας πολιτικής, γεγονός που της εξασφαλίζει έναν σημαντικό βαθμό αυτονομίας α-

πέναντι και στις πολιτικές δυνάμεις που καθ΄ υπόθεση την ελέγχουν και την καθοδηγούν.

Η προάσπιση της σημασίας του κρατικού μυστικού αποτελεί ξεχωριστό επίτευγμα της

γραφειοκρατίας, η οποία φανατικά υπερασπίζεται αυτή την έννοια.Ακόμα και απέναντι

στον πολιτικό έλεγχο του κοινοβουλίου η γραφειοκρατία, προτάσσει ένα φράγμα μυστι-

κότητας και αδιαφάνειας σε τι αφορά τις διαδικασίες εσωτερικής λειτουργίας της. Στις

περιπτώσεις αυτές τίθεται το ερώτημα, δηλαδή κατά πόσο η γραφειοκρατία είναι μέσο

και εργαλείο, ή αυτός που αποφασίζει και επιλέγει σε τελικό βαθμό .

Η τελευταία από θεωρητική σκοπιά, μπορεί να διακριθεί μία τυπολογία σχέσεων και

αλληλεπιδράσεων μεταξύ πολιτικής και γραφειοκρατίας. Συγκεκριμένα, όταν υπάρχει α-

σθενής ή ατελέσφορος πολιτικός έλεγχος επί της γραφειοκρατίας, αυτή η τελευταία τείνει

να μετατρέπεται από μέσο και όργανο για την εφαρμογή της πολιτικής, σε όργανο κυριαρ-

χίας επί της πολιτικής.Αντί η διακυβέρνηση να γίνεται από την πολιτική και με τη γραφει-

οκρατία, γίνεται από τη γραφειοκρατία χωρίς απαραίτητα την πολιτική και τους πολιτι-

κούς. Το διοικητικό σύστημα διευρύνει τότε τα περιθώρια της διακριτικής του ευχέρειας,

ουδετεροποιείται από εξωτερικούς ελέγχους και καθορίζει αυτοτελώς την πορεία του.5

Αντίθετα, ταν ο πολιτικός έλεγχος είναι ισχυρός, τότε η γραφειοκρατία τείνει να ε-

ξαρτάται και να υποτάσσεται στην πολιτική, χάνοντας τη δική της λειτουργική ιδιαιτε-

ρότητα και τη σχετική της αυτονομία. Η ενδιάμεση κατηγορία μετριοπαθούς πολιτικού

ελέγχου και προσαρμογής σε αυτόν τον έλεγχο από μέρους της γραφειοκρατίας παρου-

σιάζεται ως μία εναλλακτική στρατηγική, που ίσως είναι προσφορότερη για τις συνθήκες

της σύγχρονης πολιτικής ζωής. Η κύρια μέθοδος για να χαλιναγωγηθεί η τάση αυτον -

μησης της γραφειοκρατίας θα έπρεπε, κατά τον Βέμπερ, να αναζητηθεί στην ενίσχυση

και την ποιοτική αναβάθμιση των θεσμών και των διαδικασιών του κοινοβουλευτικού ε-

λέγχου, ούτως ώστε η γραφειοκρατία να εφαρμόζει, όσο το δυνατόν πιστότερα, τις

πραγματικές πολιτικές αποφάσεις και επιλογές.

Μία ισχυρή και αποτελεσματική κοινοβουλευτική διαδικασία, συμβάλλει, κατά τον

Βέμπερ στην επίτευξη τριών στόχων: α) παρέχει τα θεσμικά μέσα για το διαρκή έλεγχο

και την περιστολή της γραφειοκρατικής αυτονομίας, β) αποτελεί το φυσικό πεδίο ανά-

δειξης μίας υπεύθυνης και ικανής πολιτικής ηγεσίας που διευθύνει τη γραφειοκρατία

και γ)εξασφαλίζει τα μέσα και τον τρόπο ελέγχου για την αποτελεσματική λογοδοσία,

δηλαδή εδραιώνει την κοινοβουλευτική ευθύνη αυτής της πολιτικής ηγεσίας.

Εθνική Ασφάλεια


εθνική ασφάλεια, είναι όρος ευρύτερος της εξωτερικής πολιτικής ή πολιτικής εθνι-

κής άμυνας και συνδέεται άρρηκτα με την εδαφική ακεραιότητα και την προάσπι-

ση των ζωτικών και θεμελιωδών συμφερόντων ενός κράτους.7 Αντιμετωπίζεται ως θε-

σμός του δημοσίου δικαίου, με την έννοια τι αντιπροσωπεύει ένα ορισμένο ρυθμιστικό

πεδίο που διέπεται απ κανόνες δικαίου και χαρακτηρίζεται απ τη συντεταγμένη λει-

τουργία θεσμών της κρατικής εξουσίας. Ο ορισμός της εθνικής ασφάλειας συναρτάται

από μία σειρά παραγόντων. Εγείρει την οργανωμένη αντίδραση απέναντι στην απειλή,

επιβάλλει την ενοποίηση και το συντονισμό επιμέρους αρμοδιοτήτων και χειρισμών, κα-

θώς και ενεργοποίηση του δυναμικού της χώρας. Ο προσδιορισμός της απειλής κατά της

εθνικής ασφάλειας αξιολογείται από το κράτος και βάσει των ισχυουσών συνθηκών,

σύμφωνα με τις αντιλήψεις του περί υπαρκτών, άμεσων ή πιθανών απειλών κατά της κυ-

ριαρχίας, ακεραιότητας και ειρήνης του.

Περιλαμβάνει κανόνες και κρατικές λειτουργίες, σχετικές με τη διεθνή θέση και την

άμυνα της χώρας. Συνιστά έναν πολυεπίπεδο θεσμό της δημόσιας πολιτικής, ο οποίος

συγκροτείται σε εξωτερικές και εσωτερικές διαστάσεις. Αντιδιαστέλλεται, ωστόσο, με

την εσωτερική Δημόσια Τάξη με βάση ένα λειτουργικό κριτήριο: ενώ η Δημόσια Τάξη α-

φορά στην απρόσκοπτη λειτουργία της εσωτερικής έννομης τάξης, πως καθορίζεται α-

πό το Σύνταγμα και την ισχύουσα νομιμότητα, η Εθνική Ασφάλεια έχει ως αντικείμενο

τη θέση της Χώρας στο διεθνές περιβάλλον, η οποία πέρα απ τις διμερείς σχέσεις περι-

λαμβάνει και τη συμμετοχή σε θεσμούς και οργανώσεις του Διεθνούς Δικαίου.

Σήμερα η απειλή δε συνδέεται μόνο με τον πόλεμο στην παραδοσιακή του μορφή.

Αλλά νέες έννοιες έχουν ενταχθεί στην εθνική ασφάλεια, πως η τρομοκρατία, το οργα-

νωμένο έγκλημα, οι ασύμμετρες απειλές, τα όπλα μαζικής καταστροφής κ.λπ.. Η απειλή

καθορίζει τις σχέσεις κάθε κράτους με τα υπόλοιπα κράτη, και επίσης και τη στάση του

έναντι της διεθνούς κοινόητας. Η αντιμετώπιση των απειλών αποτελεί ευθύνη της πο-

λιτικής εξουσίας, γι αυτό δε γεννάται η ανάγκη για οργάνωση ενός ειδικού κυβερνητικού

οργάνου. Η εθνική ασφάλεια αποτελεί κατά βάση την υψηλή στρατηγική και είναι ευ-

νόητο τι αντιμετωπίζεται στο ανώτατο πολιτικό επίπεδο.

Απαιτεί συντονισμό των πολιτικών, οικονομικών, κοινωνικών και στρατιωτικών δυ-

νάμεων κατά των υπαρκτών ή πιθανών εξωτερικών ή εσωτερικών απειλών που θέτουν

σε κίνδυνο την ακεραιότητα και ειρήνη της πολιτείας. Απαραίτητη θεωρείται και η συμ-

μετοχή του στρατού σε θέματα που δεν ανήκουν στην εθνική άμυνα (η συμμετοχή του

στρατού εξαρτάται από τους καθορισμένους εθνικούς στόχους, τη φύση των απειλών

και το αντίστοιχο πεδίο πολιτικής).

Η εθνική ασφάλεια είναι έτσι συνυφασμένη με διεθνείς και οικουμενικές καταστά-

σεις, οι οποίες εδραιώνουν μία διεθνή έννομη τάξη και θεμελιώνουν ένα διεθνές σύστη-

μα αμοιβαίας συλλογικής ασφάλειας. Συνεπώς, οι απειλές σε βάρος της εθνικής ασφά-

λειας δεν περιορίζονται μόνο στις απειλές κατά της Ανεξαρτησίας και της Ακεραιότητας

της χώρας, αλλά και σε απειλές κατά του συστήματος διεθνούς ασφάλειας, η διατάραξη

του οποίου γεννά μία διεθνή παραβατικότητα, ικανή να κλονίσει ένα ασφαλές και έννο-

μο διεθνές περιβάλλον. Είναι ευρύτερες της έννοιας της άμυνας.

Η εθνική ασφάλεια συνδέεται με τις απειλές, στο εσωτερικό ή από το εξωτερικό όταν

προέρχονται. Απ την άποψη αυτή η Εθνική Ασφάλεια, ως θεσμός του Δημοσίου Δικαί-

ου, συναιρεί τη διάκριση μεταξύ εσωτερικής και εξωτερικής κυριαρχίας. Αποβλέπει

στην προστασία της χώρας στο διεθνές περιβάλλον.

Από όσα αναφέρθησαν προκύπτει ότι η εθνική ασφάλεια είναι ζήτημα που εμπίπτει

στις αρμοδιότητες μεταξύ φορέων της κυβέρνησης. Αυτονόητα δημιουργείται η ανάγκη

για τη δημιουργία ενός συντονιστικού αλλά και κυβερνητικού οργάνου που θα βοηθά

τον πρωθυπουργό ή πρόεδρο στην άσκηση των καθηκόντων του. Παράλληλα το όργα-

νο αυτό θα πρέπει να έχει σχετική αυτονομία και ευελιξία. Έτσι παρατηρείται η γέννη-

ση ενός θεσμού με τη θεσμοθέτηση του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας. Ο εν λόγω θε-

σμός παρατηρείται σε χώρες πως το Ισραήλ, ΗΠΑ, στην Τουρκία κ.λπ..

Στην έννοια της εθνικής ασφάλειας εμπίπτει ο σχεδιασμός και έλεγχος της καθημερι-

νής δραστηριότητας των διεθνών σχέσεων, η συλλογή και επεξεργασία των πληροφο-

ριών, η χάραξη και ο χειρισμός της πολιτικής. Απαραίτητο στοιχείο οργάνωσης της εθνι-

κής ασφάλειας είναι ο ελεγκτικός ρόλος της πολιτικής εξουσίας επί του συνόλου του δυ-

ναμικού της πολιτείας, του στρατού, της εθνικής άμυνας , των κατασταλτικών δυνάμε-

ων, καθώς και η στενή συνεργασία μεταξύ της πολιτικής και υπηρεσιακής ηγεσίας των ε-

μπλεκόμενων φορέων εξωτερικών και άμυνας και κυρίως του στρατού.

Ο καθορισμός και επιμερισμός των αρμοδιοτήτων των αρμοδίων οργάνων σχετικά

με τη χάραξη και την άσκηση της πολιτικής εθνικής ασφαλείας προβλέπεται από το Σύ-

νταγμα κάθε χώρας και εξειδικεύεται από τη νομοθεσία του. Οι αποφάσεις λαμβάνονται

απ την κυβέρνηση ανάλογα με το σύστημα διακυβέρνησης του κάθε κράτους. Σε κρά-

τη που ακολουθούν το σύστημα της προεδρικής δημοκρατίας, κύριο αποφασιστικό όρ-

γανο είναι ο πρόεδρος της δημοκρατίας. Στις κοινοβουλευτικές δημοκρατίες κύριο όρ-

γανο είναι ο πρωθυπουργός δια των αρμοδίων υπουργών.

Το Σύνταγμα περιέχει βασικές αρχές για την προάσπιση της Εθνικής Ασφάλειας , οι

οποίες προκύπτουν από το πλέγμα των σχετικών διατάξεων. Ειδικότερα, η προάσπιση

της Εθνικής Ασφάλειας διέπεται από τις παρακάτω κύριες αρχές:

Α) την αρχή της διεθνούς ειρήνης του κράτους και

Β) την αρχή του πολιτικού ελέγχου των ενόπλων δυνάμεων.

Ειδικότερα ο πολιτικός – δημοκρατικός έλεγχος των ενόπλων δυνάμεων συνιστά θε-

μελιώδη αρχή κάθε δημοκρατικού κράτους. Σημαίνει ότι οι ένοπλες δυνάμεις συγκρο-

τούν μία υπηρεσία του κράτους, η οποία διέπεται απ τους γενικούς κανόνες οργάνω-

σης και λειτουργίας των κρατικών υπηρεσιών, που ισχύουν στο πλαίσιο της δημοκρατι-

κής νομιμότητας. Οι ένοπλες δυνάμεις, πως ακριβώς και οι υπόλοιπες δημόσιες Υπηρε-

σίες, διοικούνται απ την Κυβέρνηση.

Ο πολιτικός – δημοκρατικός έλεγχος των ενόπλων δυνάμεων τυποποιείται στα πα-

ρακάτω νομικά δεδομένα:

• Η αμυντική πολιτική και ο ρόλος των ενόπλων δυνάμεων καθορίζονται με αποφά-

σεις της Κυβέρνησης

• Η δράση και η λειτουργία των ενόπλων δυνάμεων τελεί υπό τον απρόσκοπτο και

διαρκή κοινοβουλευτικό έλεγχο

• Η χρηματοδότηση των ενόπλων δυνάμεων εγκρίνεται απ τη Βουλή και υλοποιείται

με βάση τον προϋπολογισμό του Κράτους

• Η ηγεσία των ενόπλων δυνάμεων επιλέγεται απ την Κυβέρνηση ή απ υπηρεσιακά

όργανα στα οποία την πλειοψηφία έχουν πολιτικά πρόσωπα

• Οι υπηρεσίες πληροφοριών της Χώρας και οι σχετικές με τη δράση τους απόρρητες

επιχειρήσεις τελούν υπ τον απόλυτο έλεγχο της Κυβέρνησης και της κοινοβουλευ-

τικής ευθύνης της

• Τα μέλη του ένστολου προσωπικού τα οποία υπηρετούν ως δικαστικοί λειτουργοί

στην ποινική δικαιοσύνη των ενόπλων δυνάμεων πρέπει να απολαμβάνουν τις εγ-

γυήσεις ανεξαρτησίας και αμεροληψίας

Στον αντίποδα του πολιτικού – δημοκρατικού ελέγχου των ενόπλων δυνάμεων στην

Τουρκία για παράδειγμα ο στρατός λειτουργεί σε συνθήκες κυριαρχίας απέναντι σε κά-

θε θεσμοθετημένο έλεγχο, και μάλιστα υπαγορεύει την πολιτική σε μεγάλο βαθμό σχετι-

κά με την Εθνική Ασφάλεια [βλ. άρθρο 118 του Σ της Τουρκίας που αναφέρεται στη λει-

τουργία του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας].


Συμπεράσματα


πολιτικός – δημοκρατικός έλεγχος των ενόπλων δυνάμεων 8 οι οποίες συνιστούν γρα-

φειοκρατία, συνιστά θεμελιώδη αρχή κάθε δημοκρατικού κράτους. Οι Ένοπλες Δυ-

νάμεις συγκροτούν μία υπηρεσία του κράτους η οποία διέπεται παρά τις αναγκαίες ιδιαι-

τερότητες απ τους γενικούς κανόνες οργάνωσης και λειτουργίας των κρατικών υπηρε-

σιών που ισχύουν στο πλαίσιο της δημοκρατικής νομιμότητας, και συμβάλουν στο μέγιστο

βαθμό στη διαμόρφωση της πολιτικής Εθνικής Ασφάλειας. Ο έλεγχος του αμυντικού εξο-

πλισμού της Χώρας,η αυστηρή ιεραρχία και η πειθαρχία του ένστολου προσωπικού δεν συ-

νηγορούν υπέρ «μίας» εξαίρεσης από την ισχύουσα συνταγματική τάξη. Οι ένοπλες δυνά-

μεις πως και οι υπόλοιπες δημόσιες υπηρεσίες διοικούνται από την Κυβέρνηση και τελούν

υπό τον έλεγχο της Βουλής και των Δικαστηρίων.Η αναγκαία και πρόσφορη περιστολή στη

άσκηση ορισμένων ατομικών δικαιωμάτων στο πλαίσιο των ενόπλων δυνάμεων λαμβάνει

χώρα μόνο υπό τους όρους που επιτρέπει το Σύνταγμα.9

Το βασικό ερώτημα σε ένα πολιτικό σύστημα είναι πάντα ποιος ελέγχει τη γραφειο-

κρατία: ο εκλεγμένος πολιτικός ή ο διορισμένος αξιωματούχος; Η απάντηση για το Βέ-

μπερ είναι προφανής: σε γενικές γραμμές αυτός που είναι πολύ πιθανό να επιβάλει τις α-

πόψεις του μακροχρόνια είναι μάλλον ο μόνιμος αξιωματούχος παρά ο υποτιθέμενος

προϊστάμενος του δηλαδή ο κοινοβουλευτικός υπουργός που δεν είναι ειδικός.

Σημειώσεις - Βιβλιογραφία


1. Ο Βέμπερ επεξεργάστηκε τους πιο σημαντικούς ορισμούς του σύγχρονου κράτους τονίζο-

νοτας δύο χαρακτηριστικά στοιχεία της ιστορίας του: την εδαφικότητα και τη βία. Η νομιμότη-

τα του νεότερου κράτους θεμελιώνεται κυρίως στη «νομική εξουσία», δηλαδή στην προσήλω-

ση σε έναν κώδικα νομικών ρυθμίσεων. Οι αξιωματούχοι του νεότερου κράτους απαιτούν υ-

πακοή εξαιτίας της εξουσίας που ασκούν λόγω του αξιώματος τους το οποίο ο λαός υποστη-

ρίζει ή αποδέχεται σε γενικές γραμμές. Ο διοικητικός μηχανισμός δεσπόζει ανάμεσα στους θε-

σμούς του κράτους : ένα τεράστιο δίκτυο οργανώσεων που διευθύνονται από διορισμένους α-

ξιωματούχους. Παρολο που η κυριαρχία των αξιωματούχων δεν είναι αναπόφευκτη, οι γρα-

φειοκράτες αποκτούν σημαντική εξουσία μέσω της πείρας, της ενημέρωσης τους και της πρ -

σβασης σε μυστικά. Αυτή η εξουσία κατά τον Βέμπερ μπορεί να γίνει «συντριπτική». Οι πολι-

τικοί και τα δρώντα πολιτικά πρόσωπα μπορούν να ανακαλύψουν τι εξαρτώνται απ τη

γραφειοκρατία.Αυτή η εξάρτυση αντιμετωπίζεται (θα αναλυθεί παρακάτω) κατά τον Βέμπερ

αντιμετωπίζεται με ένα ισχυρό κοινοβούλιο.

Βλ. Κοτζιάς Νίκος, Κράτος και Πολιτική, Η ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ, Αθήνα, Νέα Σύ-

νορα – Α.Α.Λιβάνη, 1993, σελ. 73-99, 147-164202-242 / Κοτζιάς Νίκος,Το ενεργητικό δημοκρα-

τικό κράτος, Αθήνα, Καστανιώτης, 2000, σελ. 20-24 / Πουλαντζάς Νίκος,Το κράτος, η εξουσία,

ο σοσιαλισμός, Αθήνα, Θεμέλιο, 1978, σελ. 13-75, 143-182

Ο Μοrstein Marx αποδίδει τη διαμόρφωση του όρου «γραφειοκρατία» ( bureaucratie) σε έναν

Γάλλο υπουργ Εμπορίου το 18ο αιώνα , τον Vincent de Gournay. Το πρώτο συνθετικό του -

ρου (bureau) αρχικά αναφερόταν στο ύφασμα με το οποίο κάλυπτε το τραπέζι της εργασίας

του ο κρατικός αξιωματούχος και προσέδιδε σε αυτό , το κύρος της κρατικής ή επίσημης αρ-

χής. Με την προσθήκη της ελληνικής προέλευσης δεύτερου συνθετικού της λέξης, ο ρος υπο-

δήλωνε το καθεστώς λειτουργίας και κυριαρχίας των αξιωματούχων αυτού του είδους. Στα ελ-

ληνικά ο όρος μαρτυρείται απ το 1856 και Μακρυδημήτρης Αντώνης, Προσεγγίσεις στη θε-

ωρία των Οργανώσεων, Αθήνα, Καστανιώτης, 2002, σελ. 39-150,/ Alan R. Ball & B. Guy Peters,

Σύγχρονη πολιτική και διακυβέρνηση, Αθήνα, Παπαζήση, 1995, σελ. 307-336,/ Σεραφετινίδου

Μελίνα,Το φαινόμενο της γραφειοκρατίας,Αθήνα, Gutenberg, σελ. 159-306,/ Μουζέλης Νίκος,

Οργάνωση και γραφειοκρατία, Αθήνα, Α. Μαθιουδάκη – Π. Ανδρον πουλου, 1991, 45-114,

Κοτζιάς Νίκος, οπ.π., σελ. 147-153

Η σχέση πολιτικής και γραφειοκρατίας είναι μία σχέση που έχει κατά κόρον αναλυθεί. Κατά

τον Βέμπερ ο οποίος θεωρείται κλασσικός στο εν λόγω θέμα σε ένα σύγχρονο κράτος μία πλή-

ρως ανεπτυγμένη γραφειοκρατία «έχει πάντα το πάνω χέρι». Αυτό που επικρατεί σε ολόκλη-

ρο το χώρο της δημόσιας ευθύνης είναι η υποταγή της πολιτικής στις τεχνικές ικανότητες της

γραφειοκρατικής διεύθυνσης. Η αντιπαράθεση ανάμεσα στην πολιτική ηγεσία και τη γραφει-

οκρατική τεχνοκρατία είναι σχεδόν αναπόφευκτη. Ο πολιτικός αγωνίζεται για την επικράτη-

ση του οχι μόνο στον κοινοβουλευτικό ή τον εκλογικό στίβο αλλά και στο χώρο της γραφειο-

κρατίας. Η καθημερινή άσκηση της εξουσίας βρίσκεται στα χέρια της γραφειοκρατίας.

Ο κυρίαρχος όμως ρόλος της γραφειοκρατίας είναι να οργανώνει και όχι να καθοδηγεί. Οι

σύγχρονες γραφειοκρατίες διαθέτουν ηγεσίες όχι όμως αρχηγούς. Οι γραφειοκράτες υποτί-

θεται τι διορίζονται για να εκτελούν πιστά τις εντολές της πολιτικής ηγεσίας. Μπορούν να υ-

ποδεικνύουν στην πολιτική ηγεσία τι οι αποφάσεις τις είναι εσφαλμένες , ασύμμετρες αλλά

σε κάθε περίπτωση θα πρέπει οι εντολές να εκτελούνται κατά γράμμα. Οι κυβερνητικές υπη-

ρεσίες όπως και όλες οι άλλες οργανώσεις στον ιδιωτικό χώρο εκτελούν εντολές που δίνονται

από ηγέτες και επιτελεία απ μία ανώτερη αρχή.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το επονομαζόμενο «βαθύ κράτος» του γραφειο-στρατιω-

τικο- διπλωματικού κατεστημένου στην Τουρκία, αντιδιαστέλλεται και αντιπαρατίθεται συ-

χνά στο πιο επιφανειακό κράτος, δηλαδή στην πρόσοψη της κηδευόμενης αντιπροσωπευτικής

δημοκρατίας και της επισφαλούς εξουσίας των κομμάτων και των παροδικών κυβερνήσεων.

Για ιστορικούς λόγους αλλά και ιδιομορφίες η πολιτική εξουσία μοιράζεται ανάμεσα στους αι-

ρετούς πολιτικούς (κυβέρνηση, κόμματα κ.λπ.) αλλά και σε μη εκλεγμένα σώματα, πως είναι

ο στρατός, οι γραφειοκράτες, οι διπλωμάτες, οι οποίοι καθορίζουν σημαντικές αποφάσεις της

πολιτικής και οικονομικής ζωής.

Μία σύνοψη των ιδεών του Βέμπερ ο οποίος μαζί με τον Wilson και τον Taylor διαμόρφωσαν

τη διοικητική σκέψη, είναι η ακόλουθη:

• Στο δημοκρατικό σύστημα διακυβέρνησης πρέπει να υπάρχει ένα κυρίαρχο κέντρο εξου-

σίας ώστε η πολιτική κοινωνία να κυβερνάται με τρόπο συνεπή προς την αρχή της λαϊκής

κυριαρχίας

•όσο πιο διάχυτη ή διασπασμένη είναι η πολιτική ισχύς τόσο δυσκολότερη γίνεται η δια-

σφάλιση της υπευθυνότητας και του ελέγχου στην άσκηση της

• Η συνταγματική δομή μίας χώρας προσδιορίζει την καταστατική θέση, την ανάδειξη και

τη συγκρότηση των κέντρων πολιτικής ισχύος και επιρροής, καθώς και τη διαδικασία για

τη θέσπιση νόμων, τη χάραξη της πολιτικής και τον έλεγχο της διοίκησης που ασχολείται

με την εκτέλεση και την εφαρμογή της

Η πολιτική διαδικασία έχει το λειτουργικό εξειδικευμένο ρόλο και την αρμοδιότητα, να

προσδιορίζει τα καθήκοντα και την αποστολή της λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης, η

οποία πρέπει να βρίσκεται εκτός πεδίου πολιτικής αντιπαράθεσης

• Η ιεραρχική διάρθρωση και η ανάλογη δομή της επαγγελματικά εξειδικευμένης διοίκησης

και της γραφειοκρατίας αποτελεί προϋπόθεση της αποτελεσματικής της λειτουργίας

• Σε ένα σύστημα δημοκρατικής διακυβέρνησης οι αιρετοί εκπρόσωποι του λαού πρέπει να

βρίσκονται σε κατάσταση απόλυτης υπεροχής έναντι της διοίκησης και της γραφειοκρα-

τία, ακριβώς δι τι εκφράζουν τη λαϊκή κυριαρχία επί της οποίας στηρίζεται όλη η αρχιτε-

κτονική της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας

Βλ. Λιάκουρας Πέτρος, στο «Η οργάνωση της εθνικής Ασφάλειας: Το αμερικάνικο National

Security Council (NSC)και η αναλογική εφαρμογή του προτύπου του ως συμβουλευτικού ορ-

γάνου υπ τον Έλληνα πρωθυπουργ », Μέρος Δεύτερο, Εθνική και Ευρωπαϊκή Ασφάλεια

και Διαχείριση Κρίσεων, Αθήνα, Αντ. Σάκκουλας, 2002, σελ. 66-85 και Γκίκας Βασίλης στο ί-

διο «Εθνική Ασφάλεια και Διαχείριση Κρίσεων- η θεσμική προσέγγιση», Μέρος Πρώτο , σελ.

17-58, Μπ ση Μαίρη, Ζητήματα ασφάλειας στη νέα τάξη πραγμάτων, Αθήνα, Παπαζήση,

1999, σελ. 23-34

Βλ. Αλιβιζάτου Ν.:, Η συνταγματική θέση των ενόπλων δυνάμεων :Ι. Η αρχή του πολιτικού ε-

λέγχου (1987), σελ. 33 και επόμενες

Ειδικότερα ο πολιτικός – δημοκρατικός έλεγχος των ενόπλων δυνάμεων τυποποιείται στα πα-

ρακάτω νομικά δεδομένα:

• Η αμυντική πολιτική και ο ρόλος των ενόπλων δυνάμεων καθορίζονται με αποφάσεις της

Κυβέρνησης

• Η δράση και η λειτουργία των ενόπλων δυνάμεων τελεί υπ τον απρόσκοπτο και διαρκή

κοινοβουλευτικό έλεγχο

• Η χρηματοδότηση των ενόπλων δυνάμεων εγκρίνεται απ τη Βουλή και υλοποιείται με

βάση τον προϋπολογισμό του Κράτους

• Η ηγεσία των ενόπλων δυνάμεων επιλέγεται απ την Κυβέρνηση ή απ υπηρεσιακά όρ-

γανα στα οποία την πλειοψηφία έχουν πολιτικά πρόσωπα

• Οι υπηρεσίες πληροφοριών της Χώρας και οι σχετικές με τη δράση τους απόρρητες επιχει-

ρήσεις τελούν υπ τον απόλυτο έλεγχο της Κυβέρνησης και της Βουλής

• Η υπηρεσιακή και πειθαρχική κατάσταση του ένστολου προσωπικού ελέγχεται απ τα δι-

οικητικά δικαστήρια

• Τα μέλη του ένστολου προσωπικού τα οποία υπηρετούν ως δικαστικοί λειτουργοί στην

ποινική δικαιοσύνη των ενόπλων δυνάμεων πρέπει να απολαμβάνουν τις εγγυήσεις οι ο-

ποίες ισχύουν για τους πολιτικούς και διοικητικούς δικαστές.

Στον αντίποδα του πολιτικού – δημοκρατικού ελέγχου των ενόπλων δυνάμεων υπάρχουν πε-

ριπτώσεις που ο στρατ ς είτε λειτουργεί σε συνθήκες απόλυτης ασυλίας απέναντι σε κάθε θε-

σμοθετημένο έλεγχο, είτε επικαθορίζει τις σχετικές με την Εθνική Ασφάλεια πολιτικές αποφά-

σεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το άρθρο 118 του Σ της Τουρκίας που αναφέρεται στη

λειτουργία του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας.

Κατά τον Βέμπερ η λύση για την επέλαση της γραφειοκρατίας ήταν η ύπαρξη μίας συνετής και

αποτελεσματικής ηγεσίας. Γι αυτό και υποστήριξε την εδραίωση ενός ισχυρού κοινοβουλευτι-

κού πολιτεύματος που θα βοηθούσε προς αυτή την κατεύθυνση. Ένα αδύναμο κοινοβουλευτι-

κό σύστημα απέτρεπε τα άτομα με ηγετικά προσόντα να αναλάβουν πολιτικές ευθύνες. Αντί-

θετα ενθάρρυνε τους δημαγωγούς και τις μετριότητες που ενδιαφέρονται μόνο για μικροπολι-

τική και πελατειακές σχέσεις. Ένα ισχυρό κοινοβούλιο διευκολύνει την εμφάνιση ενός πολιτι-

κού διαφορετικού τύπου. Αυτό που έχει σημασία στην πολιτική πως και αλλού είναι η ενερ-

γοποίηση ενός μικρού αριθμού προσώπων στην κορυφή. Έτσι και αλλιώς η σύσταση μίας ολι-

γαρχίας σε κάθε, οργανωμένη, συλλογική προσπάθεια είναι αναπάφευκτη. Συνεπώς αυτό που

παίζει πρωτεύοντα ρόλο στην περίπτωση αυτή είναι η ποιότητα των ανθρώπων που απαρτί-

ζουν αυτή την ολιγαρχία. Ο Βέμπερ ισχυριζόταν τι η γραφειοκρατική οργάνωση είναι απα-

ραίτητη και προπάντων αναπόφευκτη λόγω του ορθολογισμού που καλλιεργεί και προάγει.