αναδημοσίευση
του Πέτρου Κατσάκου
Ντύσου καλά Σάρα γιατί έξω φυσάει ανάπτυξη και θα κρυώσεις. Ριπές
πλεονάσματος και υποσχέσεων σαρώνουν τους δρόμους και τα πεζοδρόμια της
γκρίζας μας πόλης. Ξυρίζει ο βοριάς τους φοβισμένους μα η συμμορία των
λύκων κουρεύει τα χρέη των αργυραμοιβών της ενημέρωσης.
Ο αέρας θα πάρει τα χρέη τους μα ο Αη Βασίλης των τραπεζιτών θα φέρει και νέα δάνεια στα ταμεία τους, νέους μποναμάδες θα αφήσει μπροστά στα πυρωμένα τζάκια των ευδαιμόνων. Και δώστου κλώτσο να γυρίσει παραμύθι ν' αρχινίσει. Το παραμύθι της σωτηρίας μας ή μήπως το παραμύθι της δικής τους; Κι εμείς, στριμωγμένοι γύρω από το μαγκάλι θα ακούμε την ιστορία του λύκου, που τελικά δεν ήταν και τόσο κακός, και δικαίως ήθελε να πάρει το σπίτι και να πετάξει στο δρόμο τα τρία γουρουνάκια. Θα ακούμε το παραμύθι του κοριτσιού με τα σπίρτα και θα αναρωτιόμαστε αν ο Άντερσεν μίλαγε για το κοριτσάκι που μένει στο υπόγειο της διπλανής πολυκατοικίας.
Έξω φυσάει μανιασμένη η ανάπτυξη μα εμάς θα μας ζεσταίνουν τα αυτιά οι οικείες φωνές των παραμυθάδων με τις ανοίκεια γεμάτες τσέπες. Φυσάει αλύπητα και ξεριζώνει δέντρα, παρασέρνει ανθρώπους από το σήμερα και κόβει τους κάβους μας με το αύριο. Οι διανοούμενοι θα καίνε σιωπηλά τα ρεσώ τους έξω από άψυχα κτήρια και μέσα στα χαλάσματα θα ξεψυχάει η υποκρισία πριν καλά καλά προλάβει να ενηλικιωθεί. Οι ρήτορες και οι λωποδύτες θα αφορίζουν από άμβωνος το δίκιο του εξεγερμένου και θα τον κρεμάνε δημοσίως από την ανέμη του παραμυθιού τους. Θα ζουν αυτοί καλά κι εμείς χειρότερα να τους ακούμε, να τους βλέπουμε, να τους διαβάζουμε και να τους πληρώνουμε με τη λέξη.
Γιατί ακόμα και το παραμύθι αυτό έχει κόστος και μάλιστα δυσβάσταχτο. Και θα πληρώνεις με το αίμα σου για να σε υπνωτίζουν οι αναθυμιάσεις ενός πληρωμένου παραμυθιού τα παγωμένα βράδια του Δεκέμβρη.
Αυγή - 4/12/2013
Ο αέρας θα πάρει τα χρέη τους μα ο Αη Βασίλης των τραπεζιτών θα φέρει και νέα δάνεια στα ταμεία τους, νέους μποναμάδες θα αφήσει μπροστά στα πυρωμένα τζάκια των ευδαιμόνων. Και δώστου κλώτσο να γυρίσει παραμύθι ν' αρχινίσει. Το παραμύθι της σωτηρίας μας ή μήπως το παραμύθι της δικής τους; Κι εμείς, στριμωγμένοι γύρω από το μαγκάλι θα ακούμε την ιστορία του λύκου, που τελικά δεν ήταν και τόσο κακός, και δικαίως ήθελε να πάρει το σπίτι και να πετάξει στο δρόμο τα τρία γουρουνάκια. Θα ακούμε το παραμύθι του κοριτσιού με τα σπίρτα και θα αναρωτιόμαστε αν ο Άντερσεν μίλαγε για το κοριτσάκι που μένει στο υπόγειο της διπλανής πολυκατοικίας.
Έξω φυσάει μανιασμένη η ανάπτυξη μα εμάς θα μας ζεσταίνουν τα αυτιά οι οικείες φωνές των παραμυθάδων με τις ανοίκεια γεμάτες τσέπες. Φυσάει αλύπητα και ξεριζώνει δέντρα, παρασέρνει ανθρώπους από το σήμερα και κόβει τους κάβους μας με το αύριο. Οι διανοούμενοι θα καίνε σιωπηλά τα ρεσώ τους έξω από άψυχα κτήρια και μέσα στα χαλάσματα θα ξεψυχάει η υποκρισία πριν καλά καλά προλάβει να ενηλικιωθεί. Οι ρήτορες και οι λωποδύτες θα αφορίζουν από άμβωνος το δίκιο του εξεγερμένου και θα τον κρεμάνε δημοσίως από την ανέμη του παραμυθιού τους. Θα ζουν αυτοί καλά κι εμείς χειρότερα να τους ακούμε, να τους βλέπουμε, να τους διαβάζουμε και να τους πληρώνουμε με τη λέξη.
Γιατί ακόμα και το παραμύθι αυτό έχει κόστος και μάλιστα δυσβάσταχτο. Και θα πληρώνεις με το αίμα σου για να σε υπνωτίζουν οι αναθυμιάσεις ενός πληρωμένου παραμυθιού τα παγωμένα βράδια του Δεκέμβρη.
Αυγή - 4/12/2013