Αριθμ. Πρωτ.41/13
ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ
Με
αφορμή την ανάληψη πρωτοβουλιών της Πανελλήνιας Ένωσης Αξιωματικών Λ.Σ-
ΕΛ.ΑΚΤ, ως επίσημα αναγνωρισμένου θεσμικού Φορέα- εκπροσώπου των
Αξιωματικών Λ.Σ- ΕΛ.ΑΚΤ, και ως Κοινωνικού Εταίρου κατά τη διαδικασία
λήψης αποφάσεων με την κατάθεση στην πολιτική και στρατιωτική ηγεσία
συγκεκριμένων προτάσεων, λειτουργώντας ως «δεξαμενή σκέψης» για την
επίλυση ζητημάτων που δρουν ως τροχοπέδη στην αναβάθμιση του ρόλου, του
κύρους και του επιπέδου των στελεχών Λ.Σ-ΕΛ.ΑΚΤ, ανταποκρινόμενοι σε
αιτήματα μελών μας, παρουσιάζουμε την παρούσα εκπόνηση του Επικεφαλής
της ΠΕΑΛΣ στη Περιφέρεια της Βορείου Ελλάδος κ. ΜΑΚΡΗ Γιώργου, αναφορικά
με τη συμβολή των κοινωνικών εταίρων (κ.ε) στον κοινωνικό διάλογο
(κ.δ).
Ορισμοί
Κοινωνικοί
εταίροι είναι οι ομάδες ή οργανώσεις που επηρεάζονται από, ή είναι σε
θέση να επηρεάσουν, μία πολιτική απόφαση και την εφαρμογή της. Είναι οι
θεσμικοί αναγνωρισμένοι φορείς ως εκπρόσωποι των εργαζομένων και
εργοδοτών, οι οποίοι συμμετέχουν στον λεγόμενο «κοινωνικό διάλογο».
Ο
κοινωνικός διάλογος αναφέρεται στις διαπραγματεύσεις που διεξάγουν οι
κοινωνικοί εταίροι με σκοπό την προάσπιση των συμφερόντων των μελών
τους. Συμβάλλει στη χάραξη της ευρωπαϊκής κοινωνικής πολιτικής.
Πράγματι, οι οργανώσεις των κοινωνικών εταίρων έχουν ξεκινήσει
συζητήσεις, διαβουλεύσεις, διαπραγματεύσεις και κοινές δράσεις σε
ευρωπαϊκό επίπεδο, συμπληρώνοντας τις δράσεις σε εθνικό επίπεδο.
Ιστορικά
Ο
διάλογος αυτός ξεκίνησε το 1985 από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή,
αναγνωρίστηκε από την Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη και αποτελεί θεμελιώδες
εργαλείο κάθε κράτους μέλους για τη χάραξη, εφαρμογή και αξιολόγηση της
δημόσιας πολιτικής του. Ο τρόπος λειτουργίας του καθορίστηκε με το
κοινωνικό σύμφωνο που επισυνάπτεται στη συνθήκη του Μάαστριχτ, και το
οποίο εν συνεχεία ενσωματώθηκε στη συνθήκη του Άμστερνταμ. Η συνθήκη της
Λισσαβόνας αναγνωρίζει τη σημασία τού ρόλου των κοινωνικών εταίρων σε
ευρωπαϊκό επίπεδο.
Η
Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) διευκολύνει τη διαβούλευση με τους κοινωνικούς
εταίρους με σεβασμό προς την αυτονομία τους. Ζητεί τη γνώμη τους σχετικά
με όλες τις νομοθετικές προτάσεις που αφορούν την απασχόληση και τις
κοινωνικές υποθέσεις (άρθρο 154 της συνθήκης για τη λειτουργία της ΕΕ
(ΣΛΕΕ). Κατόπιν αυτής της διαβούλευσης, οι εταίροι μπορούν να
διαπραγματεύονται συμφωνίες που εφαρμόζουν αυτόνομα σύμφωνα με τις
εθνικές τους πρακτικές, ή αιτούμενοι την εφαρμογή τους μέσω απόφασης του
Συμβουλίου (άρθρο 155 ΣΛΕΕ).
Στην πράξη
Είναι
ευθύνη, καθήκον και κοινωνική υποχρέωση της εκάστοτε πολιτικής ηγεσίας
να λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για να προωθήσει και να διευκολύνει τη
διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους σχετικά με αποφάσεις που
καλείται να πάρει για ζητήματα που τους αφορούν.
Η
«συμμετοχική προσέγγιση» ως ύψιστο πολιτικό εργαλείο διαβούλευσης με
τους κοινωνικούς εταίρους, διασφαλίζει την ενσωμάτωση των απόψεων και
προτάσεων των κ.ε στη διαδικασία λήψης αποφάσεων. Ο στόχος είναι να
καταστεί η διαδικασία λήψης αποφάσεων πιο διαφανής, να συγκεντρωθούν
περισσότερα στοιχεία επί των οποίων βασίζονται οι αποφάσεις και να
δημιουργηθεί το κατάλληλο υπόβαθρο για τις αποφάσεις που λαμβάνονται.
Η
διαβούλευση με τους κ.ε αποτελεί ένα πολύ σημαντικό εργαλείο και το
μέσον για να μπορέσουν όσοι πρόκειται να επηρεαστούν από τις αποφάσεις,
να εμπλακούν στο σχεδιασμό και την παροχή λύσεων σε προβλήματα που τους
απασχολούν, με τρόπο που να αντικατοπτρίζει τις ανάγκες τους.
Γιατί είναι η διαβούλευση με τους κ.ε σημαντική;
Η
συμμετοχή των κ.ε βελτιώνει την ποιότητα των αποφάσεων, ενισχύει τη
δημόσια στήριξη για αυτές τις αποφάσεις, και κάνει τη διαδικασία λήψης
αποφάσεων από την πολιτική ηγεσία πιο δημοκρατική. Συμβάλλει στην
ενίσχυση του αισθήματος δημοκρατίας που νιώθουν οι πολίτες και είναι ο
καλύτερος τρόπος για να συντελεστεί μια κοινή κατανόηση των στόχων, να
εντοπιστούν τα προβλήματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν και να χαραχθούν
οι πιθανές στρατηγικές για την υλοποίηση λύσεων.
Τα οφέλη- πλεονεκτήματα της συμμετοχής των κ.ε:
· Οι απόψεις και προτάσεις των κ.ε βελτιώνουν την ποιότητα των αποφάσεων.
· Ο εντοπισμός προβληματικών πεδίων πριν τη λήψη μιας απόφασης.
· Η συμμετοχή των κ.ε αποτρέπουν καθυστερήσεις και μειώνουν το κόστος στη φάση της υλοποίησης.
· Δίνεται η δυνατότητα στους κ.ε να κατανοήσουν καλύτερα τους στόχους των αποφάσεων και τα ζητήματα που τους αφορούν .
· Η
διαβούλευση με τους κ.ε δημιουργεί μια αίσθηση της συμμετοχής στη λήψη
των αποφάσεων και των μέτρων, και βελτιώνει την αποδοχή τους.
· Η
διαδικασία λήψης των αποφάσεων γίνεται πιο δημοκρατική, δίνοντας στους
κ.ε τη δύναμη να επηρεάσουν αποφάσεις που εν τοις πράγμασι τους αφορούν.
· Η εμπιστοσύνη του κοινού στην λήψη αποφάσεων ενισχύεται.
· Δίνεται
η δυνατότητα στους κ.ε και τους φορείς λήψης αποφάσεων να μάθουν ο
ένας από τον άλλο μέσω της ανταλλαγής πληροφοριών και εμπειριών.
Συμπερασματικά
Η
συμμετοχή των κ.ε στη λήψη των αποφάσεων αποτελεί ένα εξαιρετικά
χρήσιμο εργαλείο από πλευράς της πολιτικής ηγεσίας, ως μέσο για τη
βελτίωση της επικοινωνίας και για να αποκτήσει αυτή μία ευρύτερη
υποστήριξη από τους πολίτες, να συγκεντρώσει χρήσιμα στοιχεία και ιδέες
και να την οδηγήσει σε μία βιώσιμη λήψη αποφάσεων. Η εν λόγω συμμετοχή
πρέπει να είναι πάντοτε στο επίκεντρο της ατζέντας της πολιτικής ηγεσίας
για «βιώσιμη ανάπτυξη». Χωρίς τη συμμετοχή των κ.ε, δεν μπορεί να
υπάρξει κοινή διαρκής συμφωνία και υποστήριξη για μία συγκεκριμένα
απόφαση.
Μια
πολιτική ηγεσία είναι πιο πιθανό να πετύχει, ιδιαίτερα σε μακροπρόθεσμο
ορίζοντα, εάν λαμβάνει υπόψη το περιβάλλον στο οποίο λειτουργεί και
προσπαθεί να καλύψει τις ανάγκες των κ.ε που επηρεάζονται από αυτό. Προς
τούτο, η συμμετοχή των κ.ε είναι εν τοις πράγμασι μια μορφή
διαχείρισης- μείωσης των ρίσκων κατά τη διαδικασία λήψης αποφάσεων,
καθώς λαμβάνει υπόψη τις ανάγκες τους, τα συμφέροντα και τα προβλήματά
τους.
Για το Δ.Σ.
Ο Πρόεδρος Ο Γενικός Γραμματέας
Δημήτριος ΣΑΪΤΑΚΗΣ Σπυρίδων ΠΑΣΣΑΚΟΣ