ΕΥΡΩΖΩΝΗ - ΕΛΛΑΔΑ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
αναδημοσίευση
Ζωηρεύει η συζήτηση για το μέλλον της χώρας στο ευρώ, ενόψει των συναντήσεων Σαμαρά με Γιούνκερ, Μέρκελ και Ολάντ
Δίπλα στην κυβερνητική προπαγάνδα ότι η συνάντηση με Μέρκελ και Ολάντ αποτελεί το απαύγασμα της «διαπραγμάτευσης» ανάμεσα στην Ελλάδα και τους εταίρους της, με στόχο τη χρονική παράταση της «δημοσιονομικής προσαρμογής», στοιχίζονται αναλύσεις και δηλώσεις Ευρωπαίων αξιωματούχων για την πορεία των αντιλαϊκών ανατροπών στην Ελλάδα και το μέλλον της χώρας στην Ευρωζώνη.
Η όλη συζήτηση δεν είναι άσχετη με τη φαγωμάρα στο εσωτερικό της λυκοσυμμαχίας, στο φόντο της κρίσης που βαθαίνει και της διαμάχης για τον επιμερισμό της χασούρας από την καταστροφή κεφαλαίου, που απαιτείται για το ξεπέρασμά της.
Ενόψει της δικής του επίσκεψης σήμερα στην Ελλάδα, ο επικεφαλής του Γιούρογκρουπ, Ζαν - Κλοντ Γιούνκερ, χαρακτήρισε «άνευ νοήματος φλυαρία» και «πολεμοχαρή ρητορική» την πρόσφατη πρόταση του Αυστριακού αντικαγκελαρίου για την αναζήτηση δυνατοτήτων αποπομπής από την Ευρωζώνη χωρών που δεν τηρούν τις υποχρεώσεις τους.
Την άποψη του Αυστριακού αντικαγκελαρίου σχολίασε και ο Β. Σόιμπλε, μιλώντας για υπεροψία απέναντι σε χώρες που αντιμετωπίζουν κρίση. «Αν το ευρώ καταρρεύσει, θα πληρώσουμε όλοι το υψηλότερο τίμημα», φέρεται να είπε ο Σόιμπλε, προσθέτοντας ότι «αυτοί που λένε ένα σωρό ανοησίες δεν έχουν ιδέα για ποιο πράγμα μιλούν».
Η στάση του Γερμανού υπουργού Οικονομικών, ο οποίος κατά καιρούς έχει εκφράσει απόψεις ανάλογες με αυτές του Αυστριακού αντικαγκελαρίου, δείχνει τη σύγκρουση συμφερόντων που μεγαλώνει στην ΕΕ και την Ευρωζώνη, καθιστώντας ευμετάβλητους τους συμβιβασμούς και τις λυκοσυμμαχίες μεταξύ ανταγωνιζόμενων κρατών - μελών, αλλά και μερίδων της αστικής τάξης στο εσωτερικό της ίδιας χώρας.
Δίνοντας συνέχεια στη σχετική συζήτηση, ο Ζ. - Κ. Γιούνκερ, σε συνομιλία του με Αυστριακούς δημοσιογράφους στο Τιρόλο της Αυστρίας, επανέλαβε ότι τεχνικά θα ήταν εφικτή μια έξοδος της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, όμως πολιτικά δε θα ήταν δυνατή και θα συνδεόταν με ανυπολόγιστους κινδύνους. Επιβεβαίωσε, δηλαδή, ότι η απόφαση της αποπομπής ή της εξώθησης σε αποχώρηση μιας χώρας από το ευρώ δεν είναι τεχνικό - νομικό ζήτημα, αλλά καθαρά πολιτικό και στο πλαίσιο της ανισομετρίας σχετίζεται άμεσα με τα συμφέροντα των ισχυρότερων καπιταλιστικών χωρών.
Ο ίδιος ομολόγησε ότι «η κατάσταση γύρω από την κρίση δεν είναι απλή, τα προβλήματα είναι πολύπλευρα»,δείχνοντας τα διαχειριστικά ζόρια που μεγαλώνουν για τα αστικά επιτελεία.
Ο Γιούνκερ θεωρεί ακόμα ότι «δεν πρόκειται να υπάρξει έξοδος της Ελλάδας, εκτός και αν η χώρα παραβιάσει όλες τις δεσμεύσεις της και δεν τηρήσει τα συμφωνηθέντα», εκβιάζοντας έμμεσα το λαό να δεχτεί αδιαμαρτύρητα τα βάρβαρα μέτρα και τις αλλεπάλληλες θυσίες για λογαριασμό του ευρώ και των κερδών των καπιταλιστών.
Καταστροφή της λαϊκής οικογένειας
Δηλωτική εξάλλου της ραγδαίας πτώχευσης της λαϊκής οικογένειας στην Ελλάδα είναι η μελέτη της Κεντρικής Τράπεζας της Ιρλανδίας, που αναπαράγει η «Ντόιτσε Βέλε», σύμφωνα με την οποία τα δύο προηγούμενα χρόνια το ελληνικό κράτος προχώρησε σε αύξηση της φορολογίας και μείωση των δαπανών που αντιστοιχεί στο 20% του ΑΕΠ.
Η ίδια έκθεση, με προφανή στόχο να «νουθετήσει» τους λαούς σε Πορτογαλία και Ισπανία και να τους προετοιμάσει για τα χειρότερα, διαπιστώνει ότι τα μέτρα στην Ελλάδα είναι πέντε φορές περισσότερα από εκείνα που πάρθηκαν στις δύο χώρες μέχρι σήμερα.
Τη διαπίστωση ότι ο λαός δεν πρόκειται να δει χαΐρι όσο στο σβέρκο του κάθονται τα μονοπώλια, η ΕΕ και οι κυβερνήσεις τους, επιβεβαιώνει και η απάντηση του Ευρωπαίου επιτρόπου Ολι Ρεν σε ερώτηση σχετικά με την εργασιακή εφεδρεία και τη μείωση του κατώτερου μισθού στην Ελλάδα. Ο επίτροπος επισημαίνει ότι «η προηγούμενη ελληνική κυβέρνηση υπέγραψε το μνημόνιο στο όνομα και προς το συμφέρον της χώρας, γεγονός που δεσμεύει την επόμενη κυβέρνηση».
Η απάντηση εκθέτει και τον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος καλλιεργεί συνειδητά αυταπάτες ότι στο πλαίσιο της ΕΕ και με μια άλλη τάχα διαχείριση είναι δυνατόν να προκύψουν αποτελέσματα και πολιτικές υπέρ του λαού.
Στο μεταξύ, σύμφωνα με διεθνή Μέσα Ενημέρωσης, όταν η ΕΚΤ επιστρέψει στις ευρωπαϊκές χώρες τα κέρδη της από τα ελληνικά ομόλογα, η Γερμανία θα λάβει το μεγαλύτερο μερίδιο, καθώς διατηρεί τη μεγαλύτερη συμμετοχή σε αυτήν. Ως εκ τούτου, σύμφωνα με τους υπολογισμούς της FT Deutschland, η Γερμανία θα συνεχίσει να λαμβάνει μεγαλύτερη «μερίδα» από τα κέρδη της ΕΚΤ, δεδομένου ότι έως το 2026 το ποσό που θα καταβάλει η Ελλάδα στην τράπεζα από ομόλογα που λήγουν, φτάνει στα 12,7 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα με υπολογισμούς οικονομολόγων από το Ινστιτούτο του Κιέλου, που δημοσίευσε η «Handelsblatt»,η Γερμανία έχει εξοικονομήσει συνολικά 68 δισ. ευρώ κατά τα τελευταία 3,5 χρόνια σε κόστος δανεισμού, όπως προκύπτει από τη σύγκριση του μέσου κόστους δανεισμού με αυτό της περιόδου 1999 - 2008.
Σε μια παράλληλη εξέλιξη, ο οίκος αξιολόγησης «Moody's» απειλεί την Ολλανδία με έξοδο από την ομάδα των χωρών με άριστη πιστοληπτική αξιολόγηση «ΑΑΑ», σύμφωνα με δημοσίευμα του CNBC. Οπως αναφέρει το πρακτορείο, καθώς η κρίση στη Νότια Ευρώπη συνεχώς βαθαίνει και η λύση μοιάζει να είναι ακόμα μακρινή, η οικονομία της Ολλανδίας βρίσκεται στα πρόθυρα μιας ακόμα ύφεσης, σύμφωνα με τη Rabobank, η οποία εκτιμά πως το ΑΕΠ θα συρρικνωθεί και στο τρίτο τρίμηνο ακολουθώντας την επιδείνωση του εξωτερικού εμπορίου και της εγχώριας κατανάλωσης.
Πιέσεις για νέο «κούρεμα»
Μέτρα και αντιλαϊκές ανατροπές δίχως τέλος «βλέπει» ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης «Moody's» για την Ελλάδα και άλλες χώρες, όπως η Πορτογαλία, η Ιρλανδία και η Ισπανία, εκτιμώντας ότι «οι έως τώρα μεταρρυθμίσεις οδήγησαν στη βελτίωση της οικονομικής τους κατάστασης, αλλά η οριστική επίλυση των προβλημάτων τους θα διαρκέσει πολλά χρόνια».
Σε έκθεσή του ο καπιταλιστικός οίκος διαπιστώνει ότι το κόστος εργασίας στην Ισπανία έχει μειωθεί κατά 5,9%, στην Ελλάδα κατά 7,8% και στην Ιρλανδία κατά 13,7%. Στην Ιταλία, αντίθετα, ισχυρίζεται ότι μέχρι σήμερα δεν έχει σημειωθεί αξιοσημείωτη μείωση του εμπορικού ελλείμματος και του εργατικού κόστους ή αύξηση της ανταγωνιστικότητας συγκριτικά με τους εταίρους της στην Ευρωζώνη.
Αντίστοιχα, η τελευταία έκθεση της «Goldman Sachs» σημειώνει για την Ελλάδα ότι η κατάσταση είναι σήμερα«σαφώς βελτιωμένη» σε σχέση με την αβεβαιότητα που επικρατούσε πριν τις εκλογές του Ιούνη, χαρακτηρίζοντας ως «την πιο θετική έκπληξη» την επιμονή του Αντ. Σαμαρά «να ανοικοδομήσει την τρωθείσα αξιοπιστία της χώρας προς τους ξένους δανειστές προτού ζητήσει τη χαλάρωση των όρων δανεισμού της Ελλάδας». Εξαίρει, δηλαδή, την αποφασιστικότητα της νέας συγκυβέρνησης να τσακίσει το λαό, για να διατηρήσει την ντόπια αστική τάξη εντός της λυκοσυμμαχίας της ΕΕ.
Η αμερικανική τράπεζα χαρακτηρίζει ακόμα «κρίσιμη δοκιμασία» για την κυβέρνηση Σαμαρά την ψηφοφορία στη Βουλή για την επικύρωση των νέων μέτρων ύψους 11,5 δισ. ευρώ. Εκτιμά ακόμα ότι η Ελλάδα δε θα χρειαστεί και τρίτο πακέτο στήριξης, καθώς της έχουν διατεθεί ήδη αρκετά κεφάλαια από ΕΕ, ΕΚΤ και ΔΝΤ. Σύμφωνα με την «Goldman», «τα χρήματα φτάνουν για την Ελλάδα ακόμη και αν αυτή δεν αποκομίσει έσοδα από τις αποκρατικοποιήσεις, ούτε καταφέρει να δημιουργήσει πρωτογενές πλεόνασμα».
Συνδράμοντας τις πιέσεις των ΗΠΑ για μεγαλύτερο «κούρεμα» του ελληνικού χρέους με συμμετοχή και της ΕΚΤ, η τράπεζα ισχυρίζεται ότι αν η Ευρωτράπεζα αποφασίσει να αντικαταστήσει κάποια από τα ομόλογα που βρίσκονται στο χαρτοφυλάκιό της με νέα ομόλογα μεγαλύτερης διάρκειας, τότε θα αποδεσμευθούν πόροι για την κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών της Ελλάδας μέχρι το τέλος του 2015.
Καταλήγει με την εκτίμηση ότι «για να αντέξει το 2016, η Ελλάδα θα χρειαστεί 38 δισ. ευρώ επιπλέον» και ότι«το ζήτημα της εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη είναι βαθύτατα πολιτικό, καθώς η υπόλοιπη Ευρωζώνη δεν είναι αρκετά ισχυρή οικονομικά ώστε να αντιμετωπίσει τις πιθανές επιπτώσεις από μια ελληνική χρεοκοπία - ιδιαίτερα καθώς το μεγαλύτερο μέρος του δημόσιου χρέους της Ελλάδας αλλά και ένα σημαντικό μέρος των χρεών του τραπεζικού της τομέα βρίσκονται πλέον στην κατοχή του επίσημου τομέα, δηλαδή της ΕΚΤ και των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων - δανειστών».