ANAΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ
του δημοσιογράφου Μανώλη Κυπραίου
Υπάρχουν στιγμές που το μυαλό σταματά, όχι γιατί το θέλει αλλά γιατί οι συνθήκες και το συναίσθημα το επιβάλλουν.Μια από αυτές τις στιγμές εξελίχθηκαν στον τηλεοπτικό σταθμό ΑLTER, στον οποίο οι απλήρωτοι εργαζόμενοι βρίσκονται σε επίσχεση εργασίας εξαιτίας των πολύμηνων οφειλών προς αυτούς. Είναι κάπου 2 το πρωί, μερικές ώρες πριν ο συνιδιοκτήτης του σταθμού κ. Γ. Κουρής είχε ανακοινώσει το τελεσίγραφό του… Που έλεγε μεταφορικά με μια φράση: «Οποιος δεν ζήσει θα πεθάνει»…
Στεκόμενος στην είσοδο του κτιρίου, έβλεπα αγόρια και κορίτσια, άντρες και γυναίκες, κύριους και κυρίες, να μπαίνουν και να βγαίνουν από τον σταθμό με τσάντες γεμάτα τρόφιμα και είδη πρώτης ανάγκης ή μάλλον τσάντες γεμάτες αγάπη. Τα τρόφιμα μοιράζονται «δικαίως άδικα». Η «μερίδα του λέοντος» στους οικογενειάρχες και οι «μερίδες του αρουραίου» στους εργένηδες.
Κι όμως, με τη δαμόκλειο σπάθη να επικρέμαται πάνω από τα κεφάλια τους τα παιδιά αυτά χαμογελούν. Σαν τους 300 Σπαρτιάτες και τους 700 Θεσπιείς που τραγουδούσαν πριν ξεκινήσουν τη σύγκρουση με τις ορδές του Ξέρξη.
Αυτή όμως η υπέροχη κληρονομιά που έχουμε εμείς οι Ελληνες, αυτή η μικρή «βόμβα» στο DNA εξερράγει λίγο πριν το κίνδυνο και λίγο πριν το γκρεμό σταματήσαμε εκπλήσσοντας εχθρούς και φίλους.
Οι εργαζόμενοι στο ΑLTER, παρά τον φόβο, παρά την ανασφάλεια είναι αποφασισμένοι να μείνουν εδώ, στο «δεύτερο σπίτι τους», σε αυτό που έχτισαν με ιδρώτα, ένταση, και χιλιάδες εργατοώρες.
Είναι οι μηχανικοί, οι αρχιτέκτονες, οι χτίστες, αυτού του οικδομήματος που ξαφνικά κάποιος που έπαιρνε «ενοίκιο τη ζωή τους», ο τύποις ιδιοκτήτης ζητά την έξωσή τους, από το «ίδιο τους το σπίτι».
Τα αγόρια πιο έντονα, πιο αποφασισμένα, τα κορίτσια έτοιμα για όλα μα και πιο προβληματισμένα. Ντυμένα στα μαύρα και τα μαβί τους, σαν από μέρες έτοιμες να κλάψουν τους σπαρτιάτες της ενημέρωσης στο στενό που ο Τύπος θα αντιμετωπίσει τον εχθρό:
Το στενό των Τυποπυλών.
Αυτοί οι μαχητές, αυτοί οι νέοι Σπαρτιάτες της ενημέρωσης ξέρουν πως μπορούν να νικήσουν, μπορούν να σταματήσουν τις στρατιές του Ξέρξη από τη Δύση. Θέλουν να πολεμήσουν για όλους, ευχόμενοι να βρεθούν δίπλα τους και οι υπόλοιποι σύμμαχοί τους, όλοι εμείς, που θα αφήσουν τις ατέρμονες συζητήσεις και τις έριδες για να πολεμήσουμε όλοι μαζί υπέρ βωμών και εστιών.
Γιατί η ελευθερία του λόγου κινδυνεύει, η Δημοκρατία κινδυνεύει. Σε μια χώρα όπου διανύει μια από τις χειρότερες περιόδους μετά το 1935, η λογοκρισία με το πέπλο της οικονομικής κρίσης-και την αρωγή μεγάλων χρηματοπιστωτικών οίκων-χτυπά ανελέητα τους ανθρώπους που τόλμησαν ατομικά και συλλογικά να αμφισβητήσουν, το εμπνευσμένο σχέδιο «διάσωσης» ονόματι «Μνημόνιο».
Τα δύο οχυρά της Δημοκρατίας, της ελεύθερης έκφρασης λόγου, η «Νομική» και το «Πολυτεχνείο» του 21ου αιώνα, η «Ελευθεροτυπία» και το «ΑΛΤΕΡ» μας φωνάζουν, μας καλούν να σταθούμε δίπλα τους. Γιατί δεν είναι δική τους μάχη, είναι μάχη όλων μας. Μάχη για εμάς και τους απογόνους μας.
Είναι τα τελευταία οχυρά πριν μας φραγκέψουν οι εκ εσπερίας ερχόμενοι εχθροί. Και μετά δεν υπάρχουν συγχωρέσεις, ούτε επιδιορθώσεις λαθών. Θα είναι αργά. Αυτό τον πόλεμο τον κήρυξαν στους ανθρώπους του Τύπου εξωθεσμικά κέντρα, αναγκάζοντάς μας να αμυνθούμε. Δεχτήκαμε επίθεση και απαντήσαμε «ΟΧΙ» στο τελεσίγραφο της Τρόικα και των ντόπιων υποστηρικτών της.
Και μη ρωτήσετε αν μπορούμε να σώσουμε τον κόσμο.
Ναι μπορούμε και να τον σώσουμε και να τον κάνουμε καλύτερο όπως είπε και ο Νίκος Καζαντζάκης: «Ν’ αγαπάς την ευθύνη να λες εγώ, εγώ μονάχος μου θα σώσω τον κόσμο. Αν χαθεί, εγώ θα φταίω».
Όλοι κοντά λοιπόν. Στην «Ελευθεροτυπία», στο «Alter», στην «Απογευματινή», στην «ΕΡΤ» στο «ΑΠΕ-ΜΠΕ», τα δημοτικά ραδιόφωνα, στη «Θεσσαλία», την «Μακεδονία», τον «Αγγελιοφόρο», τους εργαζόμενους στην «Ελληνική Χαλυβουργία».
Τι στην ευχή; Είμαστε 10.000.000 και είναι 300. Ας απαιτήσουμε αυτό που μας ανήκει: «Ψωμί, Ισότητα, Δικαιοσύνη»!
Από τον Μανώλη Κυπραίο