«Είναι πλέον απόφαση ζωής να νικήσουμε»
αναδημοσίευση
Ετοιμάζουν τη δική τους συμμετοχή στην πανεργατική απεργία της Πέμπτης
Ενα μήνα απεργοί κλείνουν οι εργαζόμενοι της «Ελληνικής Χαλυβουργίας». Ενα μήνα καθημερινού περήφανου αγώνα με μια πρωτόγνωρη αλληλεγγύη από όλη την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα της χώρας. Το είχαν πει άλλωστε από την αρχή, «για το χαλυβουργό δεν έχει γυρισμό» και αυτό κάνουν πράξη απέναντι σε μια αδιάλλακτη εργοδοσία που θέλει να χτυπήσει δικαιώματα και εισοδήματα και να ανοίξει την πόρτα και για τους υπόλοιπους βιομήχανους της περιοχής και της χώρας.
Οι απεργοί χαλυβουργοί όμως είχαν άλλα σχέδια, που λένε ότι δε συμβιβάζονται, δεν υποκύπτουν, δε λυγίζουν. Δεν μπαίνουν μέσα στα καμίνια για 500 ευρώ χωρίς δικαιώματα για να συνεχίσει ο ιδιοκτήτης να θησαυρίζει. Κυρίως όμως δηλώνουν ότι πλέον ανοίγουν δρόμο για όλη την εργατική τάξη. Δίνουν περήφανο παράδειγμα, για πώς γίνεται, πώς οργανώνεται, πώς κλιμακώνεται και αντέχει ο αγώνας, όταν οι εργάτες είναι ενωμένοι, αποφασισμένοι και ακολουθούν μόνο μία ρότα, αυτή των συμφερόντων τους. Και η στάση τους αυτή μπροστά στην πανεργατική απεργία στη 1 του Δεκέμβρη αποτελεί πυξίδα για όλη την εργατική τάξη της χώρας. Αποτελεί μετερίζι και σάλπισμα πραγματικών ταξικών αγώνων για να αντιμετωπίσουν την πιο βάρβαρη, ανηλεή επίθεση που έχει δεχτεί ποτέ η εργατική τάξη στην ίδια της τη ζωή.
Ο Παναγιώτης Πανταζής, 30 χρόνια χαλυβουργός, ο Δημήτρης Χαροκόπος και ο ...«τρελός ο Ιταλός», όπως απαιτεί να τον αποκαλούν, είναι τρεις απεργοί που εδώ και ένα μήνα ό,τι ώρα και να πας στο εργοστάσιο θα τους βρεις εκεί. Ακούραστοι, αλύγιστοι και πεισμωμένοι μίλησαν στον «Ρ» για τον αγώνα που δίνουν ένα μήνα τώρα και γιατί δεν υποχωρούν και ταυτόχρονα απευθύνονται σε όλους τους εργαζόμενους καλώντας την ερχόμενη Πέμπτη να βρεθούν όλοι στους δρόμους.
Αγώνας για το μέλλον των παιδιών μας
«Η αντιπαράθεση που υπάρχει εδώ δεν είναι των απεργών με τον ιδιοκτήτη Μάνεση. Είναι πολιτική αντιπαράθεση. Γιατί οι προτάσεις που μας έκανε έχουν την πηγή τους στην πολιτική και τους νόμους που έχουν ψηφιστεί και του δίνουν το δικαίωμα να απαιτεί να δουλεύουμε δωρεάν. Και ο συγκεκριμένος εργοδότης έχει μπει μπροστά για να σπάσει το 8ωρο και τις συμβάσεις στη βιομηχανία», θα πει πρώτος ο Π. Πανταζής. «Εγώ, θα συνεχίσει, δεν μπορώ να υπογράψω αυτό που αξιώνει, γιατί τα δύο παιδιά μου, που μπήκαν τώρα στην αγορά εργασίας, θα μου ζητήσουν μετά τις ευθύνες όταν και από αυτούς θα απαιτήσουν τα ίδια».
Το λόγο παίρνει ο Δ. Χαροκόπος: «Εδώ παίζεται το μέλλον των παιδιών όλης της εργατικής τάξης. Γι' αυτό πρέπει την 1η του Δεκέμβρη όλος ο κόσμος να βγει έξω στους δρόμους και να φωνάξει ότι δεν υπογράφει τη καταδίκη του».
Ο «τρελός ο Ιταλός» δεν αργεί να μπει στην κουβέντα: «Εχουμε χρέος απέναντι σε αυτούς που έδωσαν και την προσωπική τους ζωή και το αίμα τους να αντισταθούμε. Να μην κάνουμε βήμα πίσω. Το οφείλουμε όμως και στα παιδιά μας, τους επόμενους εργαζόμενους που δεν πρέπει να μας μουντζώνουν, αλλά να μας δοξάζουν έστω και ανώνυμα. Σήμερα προσπαθούν να μας γονατίσουν και να μας κόψουν τα κεφάλια, να ξέρουν όμως ότι θα φυτρώσουν ακόμα περισσότερα και πολύ πιο πεισμωμένα».
«Να ξέρουν όλοι εργαζόμενοι, παρεμβαίνει πάλι ο Δ. Χαροκόπος, ότι εδώ σε εμάς αποδείχτηκε τι ισχυρό όπλο είναι η αλληλεγγύη και γι' αυτό πρέπει να το χρησιμοποιούμε σε κάθε αγώνα». Ο «τρελός ο Ιταλός» προσθέτει αμέσως: «Δεν μπορούμε πλέον να κάνουμε πίσω όταν έχουμε δει τον παππού, τον απολυμένο, τον άνεργο, το μαθητή, ακόμα και παιδάκια να μας στηρίζουν από το υστέρημά τους».
Ο Π. Πανταζής άνοιξε και αυτός θα κλείσει την κουβέντα αποστομωτικά: «Ο άνθρωπος χωρίς χρήματα μπορεί να ζήσει έστω και με δυσκολίες. Χωρίς αξιοπρέπεια όμως δεν μπορεί να κάνει τίποτα. Αυτό πρέπει να αντιληφθούν όλοι οι εργαζόμενοι. Η κατάσταση που βιώνουμε εδώ με την ενότητα, την αποφασιστικότητα, την αλληλεγγύη όλων των εργατών και των απλών ανθρώπων μας γοητεύει και είναι πλέον απόφαση ζωής να νικήσουμε».
Πείρα από την 6μηνη απεργία του 1978
Μιλούν στον «Ρ» δύο από τους εργάτες της «Ελληνικής Χαλυβουργίας» που είχαν βρεθεί τότε στην πρώτη γραμμή
Στο εργοστάσιο της «Ελληνικής Χαλυβουργίας» ή της «Χαλυβουργίας Ελλάδος», όπως ήταν η επωνυμία της επιχείρησης πριν την εξαγοράσει ο βιομήχανος Ν. Μάνεσης το 2004 από τον Σαλαπάτα, για πολλά χρόνια ιδιοκτήτη, δεν είναι πρώτη φορά που δίνονται από τους εργαζόμενους τέτοιες σκληρές απεργιακές μάχες στις οποίες και πάλι αναπτύχθηκε έντονα η αλληλεγγύη και συμπαράσταση. Πριν από 32 χρόνια οι εργαζόμενοι εκεί είχαν δώσει έναν εξάμηνο δύσκολο αγώνα απέναντι στην εργοδοσία που έχει γραφτεί στην ιστορία της εργατικής τάξης.
Στα τέλη του Νοέμβρη του 1978 οι χαλυβουργοί ξεκίνησαν κλιμακωτές 24ωρες απεργίες στο εργοστάσιο με απόφαση των συνελεύσεων και αιτήματα: Αυξήσεις μισθών και ημερομισθίων, παροχή γάλακτος και καλύτερες συνθήκες δουλειάς. Στις 19 Γενάρη 1979 η εργοδοσία, προκειμένου να κάμψει τους απεργούς, καθυστερώντας την πληρωμή των δεδουλευμένων, κηρύσσει παράνομη και εξοντωτική ανταπεργία (ΛΟΚ-ΑΟΥΤ) 10 ημερών. Παρ' όλα αυτά οι εργάτες όχι μόνο δε λύγισαν, αλλά συνέχισαν τον αγώνα τους ακόμη πιο δυναμικά, ανταπαντώντας με νέες 24ωρες απεργίες.
Σημαντική συμβολή στην εξέλιξη αυτή είχε η σταθερή και αταλάντευτη στήριξη, που από την πρώτη στιγμή των κινητοποιήσεων παρείχε η «Ενωση Χαλυβουργών Ελευσίνας - Μεγαρίδας», που αποτελούσε το κλαδικό σωματείο των εργαζομένων των τεσσάρων χαλυβουργείων της περιοχής καθώς δεν υπήρχαν εργοστασιακά.
Το Σωματείο βρισκόταν καθημερινά στο πλευρό των απεργών, στηρίζοντας έμπρακτα τον αγώνα τους με καθημερινές εκκλήσεις για συμπαράσταση προς όλους τους χαλυβουργούς και τους άλλους εργαζόμενους της περιοχής και της χώρας, αλλά και τα κόμματα, τον Τύπο, την Τοπική Αυτοδιοίκηση και τους μαζικούς φορείς.
Η διεύθυνση της επιχείρησης είχε και τότε στο πλευρό της, όπως και τώρα, κυβέρνηση, ΣΕΒ και συμβιβασμένες συνδικαλιστικές ηγεσίες σε ΓΣΕΕ και Ομοσπονδία Μετάλλου. Προχώρησε σε παράνομες απολύσεις, έσυρε στα δικαστήρια τη Διοίκηση του Σωματείου, συκοφάντησε τους αγώνες των εργαζομένων ως κατευθυνόμενους, ενώ κάποια στιγμή και κάτω από την πίεση νόμισε ότι, δίνοντας ψίχουλα για αυξήσεις, θα κάμψει την αντίστασή τους.
Ταξικοί αγώνες όπως και τώρα
Μετά από 32 χρόνια έξω από την πύλη του χαλυβουργείου βρέθηκαν και πάλι δύο από τους εργαζόμενους και συνδικαλιστές που έδωσαν τότε αυτή τη σκληρή μάχη, με τους οποίος μίλησε ο «Ρ». Ο Νίκος Αγγελόπουλος, πρόεδρος τότε της «Ενωσης Χαλυβουργών» και αντιπρόεδρος του Εργατικού Κέντρου Ελευσίνας και ο Σταμάτης Μοσχούτης, πρωτοπόρος τότε εργάτης στη «Χαλυβουργία», που απέλυσε μάλιστα η εργοδοσία, και μετέπειτα για πολλά χρόνια μέλος της διοίκησης του Εργοστασιακού Σωματείου.
«Οι απεργίες ξεκίνησαν για τα άθλια μεροκάματα και τις συνθήκες εργασίας. Οι περίπου 600 εργαζόμενοι συμμετείχαν καθολικά και αποφάσιζαν μέσα από Γενικές Συνελεύσεις που γινόντουσαν στο Εργατικό Κέντρο καθώς απαγορεύονταν μέσα στο εργοστάσιο. Είναι χαρακτηριστικό ότι για να γίνει ΓΣ συγκεντρώνονταν στην πύλη του εργοστασίου και πήγαιναν με πορεία στο ΕΚ», θα μας πει ο Νίκος Αγγελόπουλος. Συμπληρώνει στη συνέχεια ότι ο αγώνας ήταν δύσκολος και τελικά ανάγκασαν τους εργαζόμενους να υποχωρήσουν κυριολεκτικά κάτω από την πείνα. «Δεν ήταν εύκολη μάχη, θα πει, γιατί οι εργοδότες των χαλυβουργείων είχαν φτιάξει τραστ και στήριζαν τον ιδιοκτήτη Σαλαπάτα με κάθε τρόπο, ακόμα και οικονομικό. Και αυτό είχε την κάλυψη της τότε Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ανθρακα και Χάλυβα (ΕΚΑΧ), ενός αντιδραστικού οργανισμού ο οποίος προηγήθηκε της ΕΟΚ και της ΕΕ. Υπήρξε όμως μεγάλη συμπαράσταση και αλληλεγγύη και κυρίως του Εργατικού Κέντρου, που τότε ήταν σε ταξικά χέρια, και έτσι κατάφεραν οι εργαζόμενοι να αντέξουν πολύ καιρό».
Ο Σταμάτης Μοσχούτης πήρε το λόγο για να πει: «Διεκδικούσαμε τότε να αυξηθούν τα πενιχρά μεροκάματα, να μας χορηγείται γάλα και να βελτιωθούν οι συνθήκες. Ο εργοδότης προχώρησε και σε 20 απολύσεις όσων πρωτοστατήσαμε και ήμασταν στην απεργιακή επιτροπή. Και είναι χαρακτηριστικό ότι όταν αναστάλθηκαν τελικά οι απεργίες και άρχισε να λειτουργεί το εργοστάσιο, ο Σαλαπάτας ήρθε και μας έδωσε αύξηση στο μεροκάματο 70 δραχμές! Ηθελε να δείξει πόσο "ευεργέτης" είναι και να αποκόψει τους εργάτες από το Σωματείο, κάτι που δεν κατάφερε».
Ο Στ. Μοσχούτης δεν γύρισε τότε στη δουλειά, αφού ήταν απολυμένος, αλλά μετά από 3,5 χρόνια, αφού έγιναν πολλές δίκες για να κριθούν τελικά παράνομες οι απολύσεις. Στην κουβέντα ξαναμπαίνει ο Ν. Αγγελόπουλος για να πει: «Ο Αυδής βοήθησε όλους τους χαλυβουργούς χωρίς χρήματα και με τρύπια παπούτσια γιατί είχε θέσει τον εαυτό του στην υπηρεσία της εργατικής τάξης». Ο Στ. Μοσχούτης επέστρεψε στην τότε «Χαλυβουργία Ελλάδας» τελικά το 1982 και όπως θυμάται μαζί με τον Ν. Αγγελόπουλο δόθηκαν σκληρές μάχες με απειλές και εκβιασμούς ώστε το Εργοστασιακό Σωματείο να βρίσκεται σε ταξικά χέρια και να υπερασπίζεται τα συμφέροντα των εργαζομένων.