ΑΠΕΡΓΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ ΜΑΣ!

ΑΠΕΡΓΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ ΜΑΣ!

To PEIRATIKO REPORTAZ ΠΑΝΤΑ ΚΟΝΤΑ ΣΑΣ!

Παρασκευή 14 Αυγούστου 2009

ΠΑΝΑΓΙΑ ΕΚΑΤΟΝΤΑΠΥΛΙΑΝΗ, ΤΗΣ ΤΗΝΟΥ, ΧΟΖΟΒΙΩΤΙΣΣΑ ,ΣΟΥΜΕΛΑ...











Παναγία
Εκατονταπυλιανή
ΟΙ ΘΡΥΛΟΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΤΗΣ ΕΚΑΤΟΝΤΑΠΥΛΙΑΝΗΣ


Οι ρίζες του ναού της Παναγίας της Εκατονταπυλιανής ή Καταπολιανής χάνονται στο χρόνο. Πρόκειται για έναν από τους παλαιότερους τόπους λατρείας της νέας θρησκείας, που η παράδοση θέλει να χτίστηκε, κατά τη διάρκεια του 4ου αι.
από την Αγία Ελένη ή, κατά άλλους, από το Μεγάλο Κωνσταντίνο, ο οποίος εκπλήρωσε το τάμα της μητέρας του.

Ωστόσο, η ίδια παράδοση θέλει να υπήρχε στην ίδια τοποθεσία ένας, ακόμη παλαιότερος του 4ου αι., ναός, στον οποίο προσκύνησε η Αγία Ελένη, όταν βρέθηκε στην Πάρο, κατά τη διάρκεια του ταξιδιού της προς τους Αγίους Τόπους σε αναζήτηση του Τιμίου Σταυρού.

Τότε ήταν, σύμφωνα με το θρύλο, που η Αγία Ελένη έκανε τάμα μπροστά στην εικόνα της Παναγίας, να χτίσει ένα μεγαλύτερο και λαμπρότερο ναό στη Χάρη της, αν κατάφερνε να βρει το Σταυρό του Μαρτυρίου.

Ωστόσο, ο ναός-τάμα της Αγίας Ελένης καταστράφηκε κατά ένα πολύ μεγάλο μέρος του, πιθανότατα εξαιτίας πυρκαγιάς, και ανακατασκευάστηκε επί Ιουστινιανού, κατά τη διάρκεια του 6ου αι.

Όσον αφορά την ονομασία του Ναού Εκατονταπυλιανή ή Καταπολιανή, που προέρχεται από τον όρο «καταπόλα» και σημαίνει «κατά την πόλη», πιθανότατα «δείχνοντας» το σημείο, όπου βρισκόταν η αρχαία πόλη της Πάρου, μέχρι πρόσφατα που διαβάστηκαν νέες πηγές, οι γνώμες διίστανταν για το ποια από τις δύο ήταν γνήσια και παλιότερη.

Τελικά απεδείχθη ότι και οι δύο είναι έγκυρες και σχεδόν σύγχρονες μεταξύ τους καθώς τις πρωτοσυναντάμε σε κείμενα και επιστολές του ύστερου 15ου αι. την πρώτη και των μέσων του 16ου αιώνα τη δεύτερη.

Ωστόσο, σήμερα η επίσημη ονομασία του Ναού είναι Εκατονταπυλιανή, η οποία με τη σειρά της συνδέετε με έναν όμορφο θρύλο: "Ενενήντα εννέα φανερές πόρτες έχει η Καταπολιανή.
Η 100η είναι κλειστή και δεν φαίνεται. Θα φανεί η πόρτα αυτή και θα ανοίξει, όταν οι Έλληνες πάρουν την Πόλη"…

Ένας ακόμη θρύλος, τραγικός και αιματηρός αυτή τη φορά, συνδέεται με τη μεγάλη Μνημειακή Πύλη, που τοποθέτησε στη βόρεια πτέρυγα του Ιερού Προσκυνήματος, λίγα μέτρα πιο πέρα από το παρεκκλήσι της Αγίας Θεοδοσίας, ο καθηγητής Ορλάνδος, κατά τη διάρκεια της αναπαλαίωση της Εκατονταπυλιανής.

Μέχρι τότε η μεγάλη αυτή μνημειακή πύλη βρισκόταν στην κεντρική πύλη του νάρθηκα του μεγάλου ναού. Τη λαϊκή φαντασία θέριεψαν οι δυο ανάγλυφες ανθρώπινες μορφές, που βρίσκονται στις κυβοειδής βάσεις, όπου στηρίζεται ένα μαρμάρινο πολυτελές διάκοσμο, αποτελούμενο από δύο κολώνες, πάνω στις οποίες στηρίζεται ένα αέτωμα με γείσο και ανθέμιο στην κορυφή.

Σύμφωνα με το λαϊκό θρύλο, την ιουστινιάνεια εκδοχή της Εκατονταπυλιανής έχτισε ο πρώην βοηθός του πρωτομάστορας της Αγιά Σοφιάς, ο Ιγνάτιος. Όταν ο μαθητής ολοκλήρωσε το έργο του κάλεσε το δάσκαλο του για να το θαυμάσει. Ωστόσο ο φθόνος τρύπωσε στην καρδιά του πρωτομάστορα μόλις αντίκρισε το αριστούργημα του Ιγνάτιου.

Από φόβο μήπως ο πρώην μαθητής του τον ξεπεράσει σε δόξα, τον παρέσυρε στην οροφή με σκοπό τάχα μου να του υποδείξει ένα σοβαρό αρχιτεκτονικό του λάθος. Στη συνέχεια τον έσπρωξε με σκοπό να τον σκοτώσει. Ωστόσο ο Ιγνάτιος, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να σωθεί, κρατήθηκε από τα ρούχα του δασκάλου του, με αποτέλεσμα να πέσουν και οι δυο στο κενό και να σκοτωθούν μπροστά στο ναό.

Υποτίθεται λοιπόν ότι οι δύο ανάγλυφες μορφές παρασταίνουν η μία τον πρωτομάστορα και η άλλη το μαθητή του.

Στην πραγματικότητα οι δυο μορφές δεν έχουν την παραμικρή σχέση ούτε με την Αγιά Σοφιά ούτε με την Εκατονταπυλιανή, καθώς είναι πολύ παλιότερες. Πρόκειται για δύο σατύρους, που αποσπάστηκαν από κάποιο αρχαίο ιερό του Διονύσου, όπως και τόσα άλλα αρχαιολογικής αξίας αρχαία μέλη.

Εξάλλου δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι πρόκειται για έναν αρκετά διαδεδομένο θρύλο στην ελληνική επικράτεια, τον οποίο συναντάμε π.χ. με κάποιες μικρές παραλλαγές στην Παναγία την Παρηγορίτισσα της Άρτας, ενώ εξίσου διαδεδομένη ήταν η λαϊκή δοξασία, ότι για να στερεώσει ένα μεγάλο κτίσμα έπρεπε να ποτιστεί με αίμα, και κυρίως να θυσιαστεί άνθρωπος στα θεμέλια του.

Ένα έθιμο το οποίο παραμένει ενεργό μέχρι τις μέρες μας, καθώς δε νοείται να χτιστεί ένα καινούργιο σπίτι χωρίς να σφαχτεί κοκόρι στα θεμέλια του.
ΠΑΝΑΓΙΑ
------------------------------------------------------------------------------

Επίσκεψη στην Παναγία της Τήνου
Ο ΝΑΟΣ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΟΧΑΡΗΣ ΣΤΗΝ ΤΗΝΟ


Φτάνοντας βραδάκι στο λιμάνι της Τήνου ο Ναός της Μεγαλόχαρης, σκαρφαλωμένος στο λόφο, σε υποδέχεται ολόλαμπρος και φωτισμένος, δεσπόζοντας πάνω από όλη τη Χώρα, χωρίς να την πλακώνει.

Την πρώτη βόλτα όμως πρέπει να την κάνετε πρωί και καλύτερα καθημερινή. Όχι ότι δεν υπάρχει τις καθημερινές πλήθος κόσμου που θέλει να προσκυνήσει την Παναγία της Τήνου αλλά σαφώς θα αποφύγετε την κοσμοσυρροή.

Ο ανηφορικός πλακόστρωτος δρόμος προς την Παναγία ξεκινάει από το λιμάνι. Στη δεξιά πλευρά έχει τοποθετηθεί τάπητας για τους προσκυνητές που εκπληρώνουν το τάμα τους και ανεβαίνουν στα γόνατα. Πρόκειται για ανθρώπους όλων των ηλικιών και των δύο φύλων. Καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας συναντάς ανθρώπους σκυμμένους, με πληγωμένα γόνατα αλλά με αστείρευτο πείσμα και δυνατή πίστη, πεσμένους στα τέσσερα, να προχωρούν ακάθεκτη με σύντομες στάσεις και μ’ ένα σκοπό: να μπουν γονατιστοί στο Ναό της Παναγίας της Τήνου.
Ακούσαμε να μιλούν διάφορες γλώσσες με τους δικούς τους ανθρώπους, που τους συνοδεύουν υπομονετικά, γλώσσες που αναγνωρίσαμε αλλά και άγνωστες. Και όταν έφταναν στην κορυφή του δρόμου σε τίποτα δε διέφεραν από το άγαλμα, που αναπαριστά όλες τις ελπίδες αλλά και την πίστη των προσκυνητών που φτάνουν στην Τήνο, ο καθένας με τη δική του δέηση στη Μεγαλόχαρη.
Στην πραγματικότητα ο Ναός είναι ένα ολόκληρο συγκρότημα, που αποτελείται από την κυρίως εκκλησία της Παναγίας, παρεκκλήσια, μουσεία, αίθουσες μονίμων εκθέσεων, το μαυσωλείο του Τορπιλισμού της Έλλης και γραφεία.
Το πρώτο που εντυπωσιάζει τον επισκέπτη είναι το επιβλητικό μωσαϊκό με τα ασπρόμαυρα βότσαλα που κοσμεί την είσοδο του.
Μόλις περάσετε την πύλη, στα δεξιά σας θα συναντήσετε το παρεκκλήσι, όπου γίνεται η παραλαβή των λαμπάδων.
Στη συνέχεια θα ανεβείτε τα μαρμάρινα σκαλοπάτια και θα βρεθείτε σε μια τεράστια αυλή, που οι περισσότερες γωνιές της είναι σκιερές.
Είναι αδύνατον, ακόμα κι αν βρεθείς εκεί όχι από θρησκευτική πίστη αλλά από απλή τουριστική περιέργεια να μην νιώσεις την γλυκιά υποβολή του χώρου.
Οι εργαζόμενοι είναι πρόθυμοι να σας απαντήσουν σ’ ότι ρωτήσετε και να σας εξυπηρετήσουν με το μεγαλύτερο χαμόγελο.
Η πρώτη στάση είναι στο ισόγειο όπου υπάρχει ο Ναός της Ευρέσεως, τον οποίο ξεκίνησαν να χτίζουν οι Τηνιακοί –πριν βρεθεί η θαυματουργή Εικόνα στις 30 Ιανουαρίου 1823- αμέσως μετά το όνειρο της μοναχής Πελαγίας, στην οποία σύμφωνα με την παράδοση εμφανίστηκε η Παναγία και της ζήτησε να «βρουν το σπίτι της».
Μέσα στο ναΐσκο υπάρχει το ακριβές αντίγραφο της εικόνας, το οποίο καλλιτεχνήθηκε το 1850, και το οποίο πρέπει οπωσδήποτε να δείτε καθώς η θαυματουργή εικόνα είναι ολοκληρωτικά σκεπασμένη από τις προσφορές των πιστών.

Δίπλα στο αντίγραφο, υπάρχει η μαρμάρινη βρύση απ’ όπου μπορείτε να πάρετε αγίασμα, το οποίο αναβλύζει από το πηγάδι, που βλέπετε δίπλα ακριβώς και το οποίο είναι φωτισμένο και σκεπασμένο με τζάμι.
Ο ναΐσκος έχει άλλες δύο μικρές αίθουσες με κολυμπήθρες όπου γίνονται σχεδόν κάθε μέρα βαφτίσεις. Μια πολύ ευγενική κυρία που στεκόταν πίσω από το παγκάρι με τα κεριά μας προσέφερε ένα σακουλάκι με χώμα αγιασμένο, από το σημείο της Ευρέσεως.
Εξάλλου όπως μας ενημέρωσε σ’ αυτά τα χώματα ήταν που έγινε και το πρώτο θαύμα. Αν θέλετε να πάρετε αγίασμα καλό θα είναι να έχετε φροντίσει να έχετε μαζί σας ένα μπουκαλάκι.
Αλλιώς θα χρειαστεί να βγείτε από το Ναό και να το αναζητήσετε στα γύρω μαγαζιά.
Από πάνω ακριβώς, και ανεβαίνοντας μια μαρμάρινη σκάλα, θα βρεθείτε στον κυρίως Ναό της Παναγίας της Τήνου, ο οποίος κατάλευκος, λιτός και ενταγμένος μέσα στον περιβάλλοντα χώρο, δεν προκαλεί το μάτι με περιττές πολυτέλειες και κραυγαλέες μεγαλοπρέπειες.
Οι λειτουργίες στο Ναό της Παναγίας είναι καθημερινές, 365 μέρες το χρόνο, πρωί και απόγευμα. Και πάλι το πρώτο που θα συναντήσετε είναι μια ευγενική και χαμογελαστή υπάλληλος, που μαζί με το κερί θα σας προσφέρει κι ένα μικρό μπουκαλάκι με λαδάκι.
Περιμένοντας υπομονετικά στην ουρά για να προσκυνήσετε σίγουρα το μάτι σας θα το μαγνητίσει η οροφή του Ναού, απ’ όπου κρέμονται δεκάδες χρυσά και ασημένια θυμιατά και καντήλια, αφιερώματα των πιστών, τα οποία είναι στολισμένα με παραστάσεις που προέρχονται από τις επιθυμίες και τις δεήσεις του καθενός: καράβια, σπίτια, μωρουδίστικες κούνιες, ανθρώπινα μέλη μέχρι και άλογα.

Η εικόνα, που χρονολογείται από τον 7ο μ.Χ. αιώνα, όπως είπαμε δεν είναι ορατή, συγκεκριμένα το θέμα της δεν είναι ορατό. Βρίσκεται σφραγισμένη αεροστεγώς μέσα σε μια χρυσή θήκη για να μη φθείρεται το ξύλο της και τη σκεπάζει ένα τζάμι το οποίο καθαρίζει σχολαστικά και πολύ συχνά ένας υπάλληλο.

Το μόνο λοιπόν που θα δείτε είναι κοσμήματα, όλων των ειδών και μεγεθών: μαργαριταρένια κολιέ, διαμαντένια δαχτυλίδια με τεράστια μπριγιάν, πλατινένια περιδέραια. Οι άνθρωποι, ωστόσο, μολονότι δεν βλέπουν ουσιαστικά την εικόνα, στέκονται με δέος μπροστά της, την προσκυνούν ενώ αρκετοί πέφτουν στα γόνατα και κάνουν δεήσεις.

Η εικόνα, όπως μας είπαν όταν ρωτήσαμε, κάθε βράδυ μεταφέρεται από τους ιερείς και φυλάσσεται στο χρηματοκιβώτιο, που βρίσκεται ακριβώς πίσω από το προσκυνητάρι και είναι καλυμμένο μ’ ένα βαρύτιμο κόκκινο ύφασμα.
Στο ίδιο χρηματοκιβώτιο αλλά και σε άλλα που βρίσκονται στα γραφεία του Ιδρύματος φυλάσσονται και πολλά από τα κοσμήματα που έχουν προσφέρει στην Παναγία οι πιστοί, πανάκριβα διαμάντια πολλών καρατίων καθώς και σπάνια κομμάτια.

Τα τιμαλφή κατά καιρούς εκποιούνται από το Ιερό Ίδρυμα της Ευαγγελίστριας –εκτός κι αν έχει ζητηθεί το αντίθετο- και τα χρήματα χρησιμοποιούνται για τους φιλανθρωπικούς σκοπούς του.

Σύμφωνα με την ημερομηνία που είναι σκαλισμένη στο ξυλόγλυπτο τέμπλο, τα Θυρανοίξια του Ναού της Παναγίας έγιναν το 1825.
----------------------------------------------------------------------------------


Παναγία Χοζοβιώτισσα, η «μονή των σκαλών»

Το μοναστήρι της Παναγίας της Χοζοβιώτισσας βρίσκεται στην νότια, απόκρημνη, αλίμενη ακτή της Αμοργού, φωλιασμένο μέσα σε αγκαθωτούς, απειλητικούς βράχους, είναι ορατό μόνον από το πέλαγος, που απλώνεται απέραντο κάτω από τα βράχια, 300 μέτρα ψηλά. Η κάτασπρη, απέριττη όψη του εναρμονίζεται θαυμαστά με τα πολύχρωμα ανώμαλα βράχια. Μόνον από κοντά διαγράφονται οι λευκοί γεωμετρικοί όγκοι και τα αυστηρά γραμμικά περιγράμματα του κτιρίου που, με την συνεργεία του φωτός, δημιουργούν την αίσθηση πολυεπίπεδης επιφάνειας.

Το κτίριο εκτείνεται σε μήκος 40 μέτρα, ενώ το πλάτος του δεν ξεπερνά τα 5 μέτρα. Εξ αιτίας του μικρού πλάτους τα οκτώ επίπεδα-"όροφοι", δεν συναντώνται σχεδόν σε κανένα σημείο. Κλίμακες στενές, πέτρινες, κτιστές ή λαξευμένες στον βράχο, οδηγούν στους οκτώ "ορόφους". Καμάρες, τόξα, βυζαντινού τύπου ή οξυκόρυφα των χρόνων της Ενετοκρατίας (1296-1537), κτισμένα με πέτρες ή πωρόλιθο από την Μήλο, ξυλοδόκαρα και ξυλοδεσιές χαρακτηρίζουν τον περίπλοκο, δαιδαλώδη εσωτερικό χώρο.

Τα πολυάριθμα κελλιά των Μοναχών, η τράπεζα, τα μαγειρεία, οι φούρνοι, οι αποθήκες, τα πατητήρια, οι στέρνες και τα πηγάδια, όλα σφηνωμένα μέσα στον φυσικό βράχο που μεταμορφώνεται σε λειτουργικό οικοδομικό στοιχείο, συνθέτουν ένα θαυμαστό δείγμα ανώνυμης λειτουργικής λαϊκής αρχιτεκτονικής.

Στο μικρό, μονόχωρο, καμαροσκέπαστο εκκλησάκι βρίσκονται μεταξύ άλλων, και οι ζωντανές μαρτυρίες της τοπικής προφορικής παράδοσης για την καταγωγή της εκόνας από τα Χόζοβα (ή το Χόζοβο) της Παλαιστίνης: οι δύο ενεπίγραφες εικόνες της Παναγίας της Χοζοβιώτισσας ή ΧΩΖΗΒΙΤΙCΑΣ, και η σιδερένια "σμίλη" του αρχιμάστορα, ζωντανό σημάδι της διήγησης "για την ακριβή θέση που όρισε η Παναγία να κτιστεί ο ναός της". Αλλά και για την ιστορία της ίδρυσης της Μονής σημαντικό υλικό τεκμήριο αποτελεί το ασημένιο ενεπίγραφο εξαπτέρυγο, που αναφέρει ότι "ανεκενίσθη παρ' Αλεξίου βασιλέος του μεγάλου Κομνηνού", του Αυτοκράτορος του Βυζαντίου Αλεξίου του Α' Κομνηνού (1081-1118).

Το όνομα Χοζοβιώτισσα, αψευδής μαρτυρία του ιστορικού πυρήνα της τοπικής προφορικής παράδοσης, δημιουργήθηκε από παραφθορά του "Χοζιβίτισσα" ή "Κοζιβίτισσα", από το τοπωνύμιο Χοζιβά ή Κοζιβά στους Αγίους Τόπους, σήμερα στην περιοχή Wadi Qilt της Ιεριχούς, όπου, σύμφωνα με γραπτές μαρτυρίες των Βυζαντινών χρόνων, υπήρχαν από τους πρώτους Χριστιανικούς χρόνους σημαντικά ορθόδοξα Μοναστήρια.
Στα χρόνια της Εικονομαχίας, τον 8ο και 9ο αιώνα, ορίζει ρητά τοπική, έως σήμερα ζωντανή, προφορική διήγηση, την "διά θαλάσσης, με θαυματουργό τρόπο, έλευση της εικόνας της Παναγίας στον ορμίσκο της Αγίας 'Αννας", πλησίον της Μονής.
Η χρονολόγηση της Μονής είναι άρρηκτα δεμένη με το όνομα Χοζοβιώτισσα, και, εν πολλοίς, στηρίζεται και στην προφορική παράδοση.
Ο συσχετισμός των διηγήσεων με τις πληροφορίες των βυζαντινών Χρονογράφων, κυρίως του Θεοφάνους, η συνεξέταση των ιστορικών γεγονότων, των αναταραχών, στον γεωγραφικό χώρο της Μεσογείου και της Παλαιστίνης καθώς και των μεταγενεστέρων γραπτών μαρτυριών που παραδίδουν οι Κώδικες και τα πατριαρχικά Σιγίλλια της Μονής, επιτρέπουν την χρονολόγηση του πρώτου κτιριακού πυρήνα στον 9ο αιώνα, στά χρόνια της άφιξης της εικόνας.
Την σύνδεση της Μονής με τον αυτοκράτορα Αλέξιο τον Α' Κομνηνό, υποστηρίζουν σημαντικές γραπτές, μεταγενέστερες πληροφορίες, όπως οι πατριαρχικές επιστολές, οι οποίες προφανώς ανάγονται στην πρώτη "βασιλικήν χρυσόβουλλον γραφήν" του έτους 1088, που εκχωρούσε σταυροπηγιακά δικαιώματα στην Μονή.

Από το 1978 έχουν εκτεθή σε δύο βραχοσκεπή στενόμακρα κελλιά τα σημαντικότερα κειμήλια της Μονής: Χειρόγραφα, γραμμένα σε περγαμηνή και χαρτί, Σιγίλλια και έντυπα Ευαγγέλια. Οι Κώδικες σε μεβράνη (περγαμηνή) χρονολογούνται από τον 10ο έως τον πρώϊμο 15ο αιώνα, ενώ οι χάρτινοι ανάγονται στους Βυζαντινούς και Μεταβυζαντινους χρόνους (13ος - 19ος αιώνας).
Σημαντικά δείγματα κεντητικής τέχνης, όπως λειτουργικά άμφια, χρυσοϋφαντα, μερικά στολισμένα με μαργαριτάρια, πούλιες και πετράδια, άλλα κεντημένα με χρυσοκλωστή και αργυρόνημα, τα περισσότερα έργα του 18ου και 19ου αιώνα.
Εκτίθενται και εξαρτήματα της βαρύτιμης αμφίεσης των αρχιερέων, όπως περίετεχνα δουλεμένες πόρπες για την στήριξη της ιερατικής ζώνης, έργα διαφόρων εργαστηρίων αργυροχοϊκής τέχνης του 18ου και 19ου αιώνα, εγκόλπια, σταυροί κτλ.
Πολύτιμα εκκλησιαστικά σκεύη, για τις ανάγκες της λατρείας, σταυροί αγιασμού, ποτήρια μεταλήψεως, μυροδοχεία, δίσκοι για το πρόσφορο και το αντίδωρο, κάδοι αγιασμού, κηροπήγια, καντήλια, θυμιατήρια, κτλ.
-------------------------------------------------------------------------------------
Παναγία Σουμελά

Στις πλαγιές του Βερμίου, κοντά στο χωριό καστανία, ορθώνεται μεγαλόπρεπα η Μονή της Παναγίας Σουμελά. Κτίστηκε το 1951 απο τους πρόσφυγες του Πόντου, ως μια προσπάθεια αναβίωσης της ιστορικής ομώνυμης Μονής, τα ερείπια της οποίας βρίσκονται στο όρος Μελά, κοντά στην Τραπεζούντα του Πόντου.
Εδώ φυλάσσεται η παλαιά θαυματουργή εικόνα
της Παναγίας, που σύμφωνα με την παράδοση φιλοτέχνησε ο Ευαγγελιστής Λουκάς όπως και άλλα θρησκευτικο-ιστορικά κειμήλια του εκεί Μοναστηριού.
Η Μονή αποτελεί το πνευματικό κέντρο του Ποντιακού και όχι μόνο Ελληνισμού. Ολο τον χρόνο, αλλά κυρίως τον Δεκαπενταύγουστο συρρέουν εδώ πολλοί πιστοί για να προσκυνήσουν τη Χάρη Της, απ όλη τη χώρα όπως και απο πολλά μέρη της Υφηλίου
Δεκαέξι αιώνες η Παναγία Σουμελά προστάτευε τον ελληνισμό της Aνατολής.
Σύμφωνα με την παράδοση το 386 οι Aθηναίοι μοναχοί, Bαρνάβας και Σωφρόνιος, οδηγήθηκαν, στις απάτητες βουνοκορφές του Πόντου, μετά από αποκάλυψη της Παναγίας, με σκοπό να ιδρύσουν το μοναχικό της κατάλυμα.
Eκεί, σε σπήλαιο της απόκρημνης κατωφέρειας του όρους, σε υψόμετρο 1063 μέτρα, είχε μεταφερθεί από αγγέλους η ιερή εικόνα της Παναγίας της Aθηνιώτισσας, την οποία, πάντα κατά την παράδοση, εικονογράφησε ο Eυαγγελιστής Λουκάς.

Oι μοναχοί Bαρνάβας και Σωφρόνιος έκτισαν με τη συμπαράσταση της γειτονικής μονής Bαζελώνα κελί και στη συνέχεια εκκλησία μέσα στη σπηλιά, στην οποία είχε μεταφερθεί θαυματουργικά η εικόνα.
Tο σοβαρό πρόβλημα της ύδρευσης του μοναστηριού, λύθηκε, επίσης σύμφωνα με την παράδοση, κατά θαυματουργό τρόπο.
H ανθρώπινη λογική αδυνατεί να απαντήσει στο θέαμα που βλέπουν και οι σημερινοί ακόμη προσκυνητές, να αναβλύζει αγιασματικό νερό, μέσα από ένα γρανιτώδη βράχο. Oι θεραπευτικές του ιδιότητες έκαναν πασίγνωστο το μοναστήρι όχι μόνο στους χριστιανούς, αλλά και στους μουσουλμάνους που ακόμη συνεχίζουν να το επισκέπτονται και να ζητούν τη χάρη της Παναγίας.

Kοντά στο σπήλαιο κτίστηκε το 1860 ένας πανοραμικός τετραώροφος ξενώνας 72 δωματίων και άλλοι λειτουργικοί χώροι για τις ανάγκες των προσκυνητών, καθώς και βιβλιοθήκη. Γύρω από τη μονή ανοικοδομήθηκαν μικροί ναοί αφιερωμένοι σε διάφορους αγίους.
Oι ιδρυτές του μοναστηριού συνέχισαν τη δράση τους και έξω από τον προσκηνυματικό χώρο.
Σε απόσταση 12 χιλιομέτρων από τη μονή, απέναντι από το χωριό Σκαλίτα, έχτισαν το ναό του Aγίου Kωνσταντίνου και Eλένης και σε απόσταση δύο χιλιομέτρων το παρεκκλήσι της Aγίας Bαρβάρας, στο οποίο οι μοναχοί το 1922 έκρυψαν την εικόνα της Mεγαλόχαρης, τον σταυρό του αυτοκράτορα Mανουήλ Γ΄ του Kομνηνού και το χειρόγραφο Eυαγγέλιο του Oσίου Xριστοφόρου.

H μονή κατά καιρούς υπέφερε από τις επιδρομές των αλλόπιστων και των κλεπτών, εξ αιτίας της φήμης και του πλούτου που απόκτησε.
Mερικά περιστατικά συνδέονται και με θαυματουργικές επεμβάσεις της Παναγίας για τη σωτηρία του μοναστηριού.
Σε κάποια απʼ αυτές τις επιδρομές λεηλατήθηκε από ληστές και, σύμφωνα πάντα με την παράδοση, καταστράφηκε, για νʼ ανασυσταθεί από τον Tραπεζούντιο Όσιο Xριστόφορο το 644 Tη μονή προίκισαν με μεγάλη περιουσία και πολλά προνόμια, κτήματα, αναθήματα και κειμήλια οι αυτοκράτορες του Bυζαντίου και αργότερα κυρίως οι αυτοκράτορες της Tραπεζούντας Iωάννης B΄ Kομνηνός (1285-1293), Aλέξιος B΄ Kομνηνός (1293-1330), Bασίλειος B΄ Kομνηνός (1332-1340).

πηγή κειμένου http://el.wikipedia.org