του Μανώλη Κυπραίου
Αγαπητές μου φίλες και φίλοι, αγαπημένοι μου συνάδελφοι
Αυτή η επιστολή που την απευθύνω σε όλες και όλους, δεν είναι μια επιστολή εφήμερη με ιδιοτελείς σκοπούς.
Ούτε με συνδικαλιστική ή πολιτική αξία. Δεν είχα ούτε έχω τέτοιες βλέψεις.
Αυτή η επιστολή έχει ανθρώπινη αξία και μόνο. Την πολυτιμότερη για μένα.
Θέλω να σας ευχαριστήσω όλους για τη συμπαράσταση και για τη βοήθεια σε αυτές τις δύσκολες ώρες για μένα. Σε αυτές τις δύσκολες ώρες για όλους μας.
Οσο και να προσπαθούν να μας απαξιώσουν, όσο και να προσπαθούν να μας δείξουν όλους ως άχρηστους και «παπαγαλάκια», εμείς οι δημοσιογράφοι, οι φωτορεπόρτερ, οι τεχνικοί, τους αποδείξαμε, όπως και στο παρελθόν, πως πολεμάμε για την αλήθεια, άοπλοι, άμαχοι, με μόνα «όπλα» την φωτογραφική μας μηχανή, την κάμερα, το στυλό και το μπλοκάκι μας.
Και χάρις σε όλα όσα εμείς μεταδίδουμε, βάζοντας τις ζωές μας σε κίνδυνο, η κοινωνία μαθαίνει, γνωρίζει και μπορεί να κρίνει.
Γυρνάμε σε όλα τα μήκη και πλάτη του κόσμου, περνάμε μέσα από εμπόλεμες ζώνες, ξημεροβραδιαζόμαστε για ένα ρεπορτάζ, δίνουμε μεταμεσονύχτια ραντεβού με τις πηγές μας και τα μάτια μας έχουν γίνει σαν μπάλες ποδοσφαίρου από τις ώρες που καθόμαστε στον υπολογιστή για να γράψουμε το άρθρο μας ή να μοντάρουμε θέματα.
Ζωή δύσκολη. Γεμάτη αναποδιές και πίεση. Ζωή ενάντια στο βιολογικό ρολόι και στην λειτουργία του οργανισμού.
Μια ζωή που οι συμπολίτες μας δεν τη γνωρίζουν. Το ότι να ανήκεις στον τύπο, είναι «ευχή και κατάρα». Πως αυτή τη δουλειά την «παντρεύεσαι». Και η «νύφη»-ή ο «γαμπρός»-είναι γεμάτοι γκρίνια και απαιτήσεις. Αλλά η αγάπη σου δεν σε αφήνει να πάρεις «διαζύγιο».
Δεν λέω ούτε και ποτέ θα πω, πως η δουλειά μας είναι «αγγελικά πλασμένη». Ούτε και πως κάποιοι από εμάς δεν αποφάσισαν και έβαλαν το χέρι στο «βάζο με το μέλι». Αλλά αυτοί είναι λίγοι και «ξένα σώματα». Και για εμάς και για την κοινωνία.
Εξάλλου, θα ήταν αφύσικο αν ήμασταν τέλειοι. Και δόξα τω Θεώ δεν είμαστε. Και εγώ έχω κάνει λάθη. Και όλοι μας έχουμε κάνει λάθη. Αλλά μάθαμε από αυτά. Εξάλλου, όπως έχω ξαναπεί: ποιος ασχολείται με δέκα μαραμένες μαργαρίτες σε ένα καταπράσινο λιβάδι;
Πολλοί από αυτούς που μας επιτίθενται φραστικά ή βίαια, είναι άνθρωποι δειλοί κρυμμένοι πίσω από την προστασία της εξουσίας, ως εκτελεστές ποινών της ιδιότυπης «Ιεράς Εξέτασης» κατά των ανθρώπων της ενημέρωσης που δεν υπακούουν στις εντολές του «Πάπα» της Τρόικα.
Μη φοβηθείτε. Το αντίθετο. Αυτό δείχνει πως κάνουμε καλά τη δουλειά μας και αυτοί που πρέπει να φοβούνται είναι αυτοί και όχι εμείς.
Μέσα από αυτό τον χαμό που έχω ζήσει και ζω, πέρα από οποιαδήποτε δυσκολία, θέλω να σας πω τούτο: Μην τα παρατάτε, μην λυγίζετε, μην παραδοθείτε. «Ο εχθρός δεν παίρνει αιχμαλώτους».
Σε εμάς έτυχε να δώσουμε τη σπουδαιότερη ίσως μάχη στην ιστορία του τύπου στην Ελλάδα, απέναντι σε έναν καλά προετοιμασμένο και αόρατο αντίπαλο. Η δική μας γενιά μαζί με τους νεώτερους. Μια μάχη πρωτίστως για τον ελληνικό λαό.
Ξέρω πως θα σκεφτείτε πως τα λέω καλά και ωραία. Αλλά επί του πρακτέου τι μπορεί να γίνει;
Οσο παράξενο κι αν ακούγεται είναι απλό. Τόσο απλό, όσο δεν φανταζόμαστε.
Δεν υπάρχει τίποτα σπουδαιότερο από την ομόνοια. Τη συμπαγή μάζα που δεν μπορεί κανένας να σταματήσει. Αυτό έχουμε ανάγκη τώρα. Να σκίσουμε τον πίνακα που φτιάξαμε και να δημιουργήσουμε ένα νέο, όπως έγραψε και ο αγαπημένος «Κύριος Νίκος».
Με νέα «χρώματα».
Δύσκολο θα μου πείτε. Ναι, είναι δύσκολο, αλλά όχι ακατόρθωτο. Αυτόν τον πίνακα θα τον ζωγραφίσουμε όχι μόνο με τις «μπογιές» μας αλλά και με το αίμα μας.
Και αυτό είναι τιμή μας. Αυτό είναι η αξιοπρέπειά μας και η απάντηση σε όσους θεωρούν πως η δημοσιογραφία και οι δημοσιογράφοι στην Ελλάδα «πέθαναν».
Ε, όχι λοιπόν, δεν πεθάναμε!
Είμαστε εδώ και θα στηρίξουμε τη Δημοκρατία μέχρι τέλους. Γιατί μέρος της Δημοκρατίας είμαστε κι εμείς. Θυμάστε τι είχε πει ο Ιάκωβος Μάγιερ; «Η δημοσίευση είναι η ψυχή της δικαιοσύνης».
Από τα αρχαία χρόνια έως σήμερα, οι τύραννοι και οι ολιγάρχες το πρώτο μέλημά τους, πριν και κατά τη διάρκεια της εξουσίας τους, ήταν να φιμώσουν τις ελεύθερες φωνές, όσους είχαν «προβληματικές» απόψεις.
Εφημερίδες, ραδιόφωνο, τηλεόραση, νέα μέσα, πρέπει να προσπαθήσουμε να μεταδίδουμε ελεύθερα τις απόψεις μας. Να συγκρουόμαστε και να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους. Και όσο «τυποκτόνοι» και «εργασιοκτόνοι» γίνονται οι διώκτες μας, τόσο περισσότερο θα γινόμαστε «τυραννοκτόνοι».
Αγαπητές μου φίλες και φίλοι, αγαπημένοι μου συνάδελφοι
Μέσα από αυτό που μου συνέβη, ανακάλυψα πως έχω μια δεύτερη οικογένεια. Εχω εσάς. Είδα την ΠΟΕΣΥ, την ΕΣΗΕΑ, τον ΕΔΟΕΑΠ, την ΕΦΕ, την ΕΠΗΕΑ, όλα τα συνδικαλιστικά σωματεία του τύπου ΜΑΣ, από όλες τις γωνιές της Ελλάδας, σαν μια γροθιά. Και αγαλλίασε η ψυχή μου.
Είδα χέρια αδελφών να αγκαλιάζουν τον αδελφό και αντιμαχόμενους να σφίγγουν τα χέρια. Σπουδαίες εικόνες. Νιώθω τυχερός που τις είδα μαζί σας, έκλαψα και χειροκρότησα μαζί σας.
Είδα την ρωμιοσύνη και τη δύναμη του Έλληνα δημοσιογράφου.
Είδα πως όταν θέλουμε ήμαστε ανίκητοι. Είδα όλους μας ενωμένους. Είδα τι σημαίνει «ΕΝΩΣΗ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ». Τι σημαίνει «ΕΝΩΜΕΝΟΣ ΤΥΠΟΣ».
Επιβεβαίωσα για μια ακόμη φορά, αυτό που ήδη ήξερα: Το γιατί θεωρούμαστε από τους καλύτερους δημοσιογράφους στον κόσμο.
Δεν είδα χρώματα, δεν είδα παρατάξεις, δεν είδα πολιτική και πολιτικές. Είδα ανθρώπους γύρω μου. Ωραίους ανθρώπους.
Είδα καλοπληρωμένους και κακοπληρωμένους. Είδα εργαζόμενους και άνεργους συναδέλφους. Είδα προέδρους και γραμματείς, κοντά μου. Κοντά μας.
Είδα όλα αυτά που μου δίνουν κουράγιο να συνεχίσω, γιατί μπορεί να είμαι ανάπηρος, αλλά μπορώ να σας γράφω.
Μου κατέστρεψαν το σώμα αλλά όχι την ψυχή. Τουλάχιστον, μπορώ να σας σφίγγω τα χέρια για να σας ευχαριστήσω που μου έχετε κάνει την τιμή να είμαι κι εγώ ένας από εσάς.
Γιατί αγαπητές μου φίλες και φίλοι, καλοί μου συνάδελφοι, εσείς είστε όλοι αυτοί που μου δίνετε κουράγιο και με στηρίζετε.
Είμαστε όλοι εμείς που τρώμε πικρό ψωμί στο ίδιο τραπέζι μαζί με τον «Ιούδα», που μας απαξιώνουν και μας εξευτελίζουν, γιατί μέσα από πεζοδρόμια και βρώμικους τοίχους, μέσα από καπνούς και ζωές «θυσιασμένες» στην ενημέρωση, δίνουμε στους υπόλοιπους συμπολίτες μας το δικαίωμα να γνωρίζουν.
Αυτό που του στερούν οι έχοντες και κατέχοντες την εξουσία.
Γιατί τα πάντα δεν είναι χρήμα. Είναι και αξιοπρέπεια, είναι και το ρημάδι το «καθαρό κούτελο».
Εχουμε λοιπόν τη δύναμη, έχουμε το κουράγιο, έχουμε και τη θέληση.
«Το ατσάλι όσο το χτυπάς, τόσο καλύτερο γίνεται» λέει ένα βρετανικό ρητό. Οσο περισσότερο μας χτυπούν από όλες τις κατευθύνσεις και όλα τα σημεία του ορίζοντα, εμείς μπορούμε-και πρέπει-να σταθούμε όρθιοι.
Και είναι χρέος μας προς το λαό μας, το πολίτευμά μας, τις οικογένειές μας, τα παιδιά μας, να σταθούμε όρθιοι.
Να θυμάστε πως αργά ή γρήγορα, όλοι αυτοί που μας χτυπούν, που μας απαξιώνουν που μας καταδικάζουν σε εργασιακό και κοινωνικό «θάνατο» θα φύγουν σε μέρη αλαργινά. Θα χαθούν μέσα στη λήθη του βαράθρου και του εξοστρακισμού της Δημοκρατίας μας.
Εμείς όμως θα μείνουμε και θα μεταδίδουμε… ακόμη και τραυματισμένοι.
Γιατί γεννηθήκαμε μαχητές. Γιατί είμαστε μαχητές.
Και αυτό να μη το ξεχάσετε ποτέ…
Ενας συμπολίτης και συνάδελφός σας,
ονόματι Μανώλης Κυπραίος
Υ.Γ.: Αφιερωμένο στους υπέροχους, παλιούς συναδέλφους της «ΕΞΠΡΕΣ» και στον τότε διευθυντή μου Δημήτρη Χρήστου, που μου έμαθαν επί 11 χρόνια, πως η αξιοπρέπεια και η τιμή ενός δημοσιογράφου δεν αγοράζονται, ακόμη κι αν αυτό σημαίνει να «χάσεις τα πάντα».